Δημοσιεύτηκε χθες στο Black Athena, το κείμενο “Η αυτοοργάνωση δεν μπορεί και δε θα λύσει το μεταναστευτικό”. Εκεί, ο συγγραφέας ασκεί κριτική σε κάποιες από τις μορφές που παίρνει η τωρινή αλληλεγγύη στους μετανάστες. Το ίδιο το κείμενο έχει ενδιαφέρον και τα επιχειρήματά του δεν είναι επιπόλαια· περισσότερη όμως σημασία θεωρώ ότι έχει το ότι προσπαθεί να κάνει έστω μία αρχή συζήτησης για το ζήτημα. Το (όποιο) ανταγω-νιστικό κίνημα φαίνεται εξάλλου να αντιδρά κυρίως αντανακλαστικά, μέσα σε μια πολιτική συγκυρία με διάφορους τρόπους πολύ τρομακτική (για κάποιες και για κάποιους μάλιστα πολύ περισσότερο από όσο για εμάς).
Το επιχείρημα του συγγραφέα είναι απλό, και ως ένα βαθμό πειστικό: οι αλληλέγγυοι δε μπορούν να καλύψουν τις υλικές ανάγκες τροφής, στέγης και ασφαλούς μετάβασης 40.000 μεταναστών, ούτε και θα έπρεπε να είναι αυτό το πρώτο τους μέλημα. Υπάρχουν δομικοί λόγοι που παράγουν την εξαθλίωση, την αναγκαστική μετανάστευση και τη διαχείρισή της με στρατιωτικούς όρους. Οι λόγοι αυτοί συμπυκνώνονται στον καπιταλισμό, τον κοινωνικό ρατσισμό και τα κράτη (και ενίοτε τους πολέμους ανάμεσα τους). Το να πολεμά καμιά τις συνέπειες όλων αυτών θυμίζει τον γιατρό που προσπαθεί να θεραπεύσει μία μυοσκελετική ασθένεια με ντεπόν: ο πόνος του ασθενή είναι μόνο το σύμπτωμα. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα σε άλλες μορφές αγώνα, όπως είναι ο αγώνας ενάντια στα κέντρα κράτησης και η παρεμπόδιση κατασκευής και λειτουργίας τους. Θα πρέπει, σύμφωνα με το επιχείρημα, να κάνουμε αιχμή του ανταγωνιστικού κινήματος πράγματα όπως ο αγώνα για χαρτιά σε όλους τους μετανάστες, και να πολεμάμε τη ραγδαία άνοδο του λαϊκού φασισμού στην ήπειρό μας.
Το παραπάνω επιχείρημα, έγραψε έτερος αξιόλογος σύντροφος σε κατ’ ιδίαν συζήτηση, θέτει ζητήματα σημαντικότερα από όσο μπορεί να φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Αυτό συμβαίνει για μια σειρά από λόγους. Πρώτον, διότι εισάγει πολιτικούς όρους στρατηγικούς και συγκεκριμένους, και όχι όρους αφηρημένους και έκτακτης ανάγκης. Όταν κάνουμε πολιτική με τους τελευταίος όρους, τότε περισσότερο αναπαράγουμε τις υπάρχουσες εξουσιαστικές σχέσεις, παρά φτιάχνουμε καινούριες. Δεύτερον, διότι το πολιτικό πεδίο ανταγωνισμού είναι ντε φάκτο οι κρατικές αποφάσεις, οι οποίες έχουν τεράστια σημασία. Αγνοώντας αυτό το απλό γεγονός, φλερτάρουμε με το να γίνουμε, όπως γράφτηκε, το ριζοσπαστικό άκρο της κοινωνίας των πολιτών. Τρίτον, γιατί η μοριακή αυτοοργάνωση δεν μπορεί να παράξει λύσεις για τα πάντα – δε μπορούμε να καθόμαστε να προσπαθούμε εις μάτην να βρούμε κουβέρτες για 40.000 άτομα, ενώ τα σημάδια του πολέμου και οι μαζικής κλίμακας συνέπειές του πληθαίνουν γύρω μας. Τέταρτον, γιατί προωθεί μια μορφή αγώνα που καταργεί το εντόπιο προνόμιο στην πράξη. Το να διεκδικούμε χαρτιά για όλους τους μετανάστες και το να μένουν στις γειτονιές μας λόγου χάρη, είναι μια μικρή ανατροπή των σχετικών μας θέσεων που βασίζεται στην υλική καθημερινότητα. Από την άλλη, ο αφηρημένος πολιτικός λόγος περισσότερο περιχαρακώνει αυτές τις θέσεις, ακόμα και αν ο ίδιος ισχυρίζεται το αντίθετο.
Κατ’ αρχάς, αυτές οι τέσσερις θέσεις περιλαμβάνουν πολιτικές αρχές τις οποίες εγώ προσωπικά ασπάζομαι. Παρ’ όλα αυτά, διαβάζοντάς τις προβληματίστηκα, καθ’ όσον η αποδοχή αυτών των αρχών με οδηγούσε σε αρκετά διαφορετικά συμπεράσματα. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί.
Διαβάστε τη συνέχεια στο: provo.gr .