Μία πρώτη προσέγγιση…
Νοέμβριος 2007
“Ήρθε τέλος η εποχή, που όλα, ακόμα και εκείνα που τα θεωρούσαν οι άνθρωποι σαν αναπαλλοτρίωτα (που δεν μπορούσαν να πουληθούν ), έγιναν αντικείμενο ανταλλαγής, αντικείμενο αισχροκέρδειας και μπορούσαν να πουληθούν . Είναι η εποχή που ακόμα και κείνα τα πράγματα που ως τα τότε μπορούσαν να μεταδοθούν , μα ποτέ να ανταλλαχθούν σαν εμπορεύματα, να δοθούν μα ποτέ να πουληθούν , να αποχτηθούν μα ποτέ να αγοραστούν – αρετή, αγάπη, γνώμη, επιστήμη, συνείδηση κλπ- η εποχή τέλος που όλα πέρασαν στο εμπόριο. Είναι η εποχή της γενικής διαφθοράς, της παγκόσμιας αγοραπωλησίας ή για να μιλήσουμε με όρους της πολιτικής οικονομίας, η εποχή που κάθε τι, ηθικό ή φυσικό, μια κι έγινε εμπορική αξία, φέρνεται στην αγορά να εκτιμηθεί στην πιο ακριβοδίκαιη αξία του..”
Κ. ΜΑΡΞ ” Η αθλιότητα της φιλοσοφίας”
Αν η βιοτεχνολογία και οι ΓΤΟ πρέπει να αποτελέσουν για το Αντικαπιταλιστικό Κίνημα ένα πεδίο δράσης και προβληματισμού, αυτό πρέπει να γίνει από μία σαφώς αντικαπιταλιστική και απελευθερωτική σκοπιά. Από την σκοπιά της αντίθεσης στην κυριαρχία και την εκμετάλλευση του κεφαλαίου πάνω στον άνθρωπο και όχι από μία νοσταλγική “ρομαντική” επίκληση προκαπιταλιστικών , αλλά εξίσου κυριαρχικών και εκμεταλλευτικών , κοινωνικών δομών.
Η εκμετάλλευση και η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο δεν είναι “προνόμιο” του καπιταλισμού, αλλά κάθε εξουσιαστικής- ταξικής μορφής κοινωνικής οργάνωσης που έχει περάσει πάνω στον πλανήτη. Το ίδιο βέβαια και τα επαναστατικά κινήματα , η αντίσταση, η ανυπακοή, τα απελευθερωτικά προτάγματα και η αυτοοργάνωση δεν εμφανίζονται με τον καπιταλισμό, αλλά έχουν την ίδια μακρά ιστορία που έχουν και οι λόγοι που τα γεννάνε.
Η διαφορά του καπιταλισμού με τα προηγούμενα ιεραρχικά- ταξικά κοινωνικά μοντέλα είναι ότι δεν στηρίζεται απλώς στην ιδιοκτησία, αλλά στην εμπορευματοποίηση. Όχι στο ίδιο το αγαθό ως εμπόρευμα, αλλά στην εμπορευματική παραγωγή. Ο καπιταλισμός παίρνει το εμπόρευμα από την “περιφέρεια” της ανταλλαγής (της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων) για να το μεταφέρει στην καρδιά της παραγωγής. Μετατρέπει την ίδια την παραγωγή σε εμπορευματική διαδικασία (διαδικασία που παράγει εμπορεύματα και όχι αγαθά, ανταλλακτικές αξίες και όχι αξίες χρήσης).Έτσι μετατρέπει την ίδια την εργασία ( την ανθρώπίνη δραστηριότητα που μεσολαβεί ανάμεσα στην φύση και τον άνθρωπο ώστε να παραχθούν αξίες χρήσης), σε εμπόρευμα. Εμπορευματοποιεί όχι μόνο τα αγαθά αλλά και τις ίδιες τις παραγωγικές σχέσεις μέσα από τις οποίες παράγονται. Ο εργάτης- εμπόρευμα δηλ. κάθε εργαζόμενος που είναι αναγκασμένος να εμπορεύεται την ικανότητα του να εργάζεται( εργατική δύναμη), πρέπει να πουλάει τον εαυτό του καθημερινά για να μπορέσει να επιβιώσει.
Ο καπιταλισμός έχει έναν τρόπο να επιβιώσει: να επεκτείνει την εκμετάλλευση και την κυριαρχία του εντάσσοντας συνεχώς στην σφαίρα του εμπορεύματος ολοένα και περισσότερες κοινωνικές σχέσεις και αξίες χρήσης. από τα ανθρώπινα συναισθήματα και τις αισθήσεις μέχρι τον αέρα που αναπνέουμε και τις ιδιότητες της ίδιας της έμβιας ζωής. Και για να γίνει αυτό πρέπει πρώτα να τα ιδιοποιηθεί, να τα μετατρέψει σε ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ.
Εδώ εμφανίζεται και ο ρόλος της ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ως εκείνη η τεχνολογική και επιστημονική προσπάθεια να κατηγοριοποιηθούν, να ταξινομηθούν ,καθώς και να τροποποιηθούν σε τέτοιο βαθμό οι γονιδιακές ιδιότητες της έμβιας ζωής, ώστε να μετατραπούν σε ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ και να ενταχθούν στην σφαίρα του εμπορεύματος ως κάτι που ανήκει, πουλιέται, αγοράζεται και πάνω από όλα κυριαρχείται από τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Οι τεχνολογίες και οι επιστήμες δεν αναπτύσσονται σε “κενό αέρος”, σ΄ ένα δοκιμαστικό σωλήνα, όσο έντεχνα και εάν προσπαθεί να μας κατασκευάσει αυτή την εικόνα η κυρίαρχη ιδεολογία. Ο καθορισμός και η συνάρτηση των επιστημονικών ανακαλύψεων και των τεχνολογικών τους εφαρμογών με τις παραγωγικές σχέσεις τις οποίες καλούνται να υπηρετήσουν είναι τόσο βαρυσήμαντα που πολλές φόρες επικαθορίζουν όχι μόνο το αποτέλεσμα αλλά και την ίδια την διαδικασία. Δεν είναι μόνο οι συγκεκριμένοι σκοποί και τα προκαθορισμένα πλαίσια μέσα στα οποία λαμβάνουν χώρα αυτές οι διαδικασίες. Πολλές φορές είναι το ίδιο το κοινωνικό περιβάλλον και άρα η ιδεολογική ηγεμονία των κυρίαρχων, που έχει ήδη κάνει την “προεπιλογή” σε τι θεωρείται κάθε φόρα επιστημονική γνώση, τι θεωρείται έγκυρο, τι κάθε φόρα είναι άξιο λόγου να αντιμετωπιστεί κάτω από το πρίσμα της επιστημονικής διαδικασίας και τι όχι.
Η επιστήμη, ως η οργανωμένη προσπάθεια να εξηγήσουμε, να κατανοήσουμε και να περιγράψουμε τον κόσμο γύρω μας, δεν μπορεί παρά να το κάνει με τα “μάτια” της κοινωνίας μέσα στην οποία παράγεται η ίδια . Η επιστήμη είναι λοιπόν ένας από τους τρόπους με τους οποίους η κοινωνία μας αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω της , άρα δεν μπορεί να είναι πέρα και πάνω από την ίδια την κοινωνία. Δεν μπορεί το παραγόμενο (η επιστήμη) να είναι πιο καθολικό από τον παραγωγό (την κοινωνία).
Τα παραπάνω συμπεράσματα δεν έχουν στόχο την “απόρριψη” της επιστήμης σαν μια διαδικασία γνώσης για την εξήγηση, κατανόηση και περιγραφή του κόσμου μας ή την δαιμονοποίηση των τεχνολογικών εφαρμογών, αλλά την κριτική στάση απέναντί τους, με τη λογική ότι αποτελούν διαδικασίες που δεν είναι θέσφατα, αλλά που παράγονται μέσα σε συγκεκριμένα κοινωνικά πλαίσια και άρα υπόκεινται σε καθορισμένες κοινωνικές σχέσεις. Θα μπορούσαμε να φέρουμε εκατοντάδες παραδείγματα “επιστημονικών ανακαλύψεων” (ανθρωπολογικών, ιστορικών, ιατρικών, ψυχιατρικών κλπ) που κατέρρευσαν εν μια νυκτί μόλις κατέρρευσε η κυρίαρχη ιδεολογία -άρα τα συγκεκριμένα ταξικά και κοινωνικά συμφέροντα που αυτή εκπροσωπούσε- την οποία προσπαθούσαν να ισχυροποιήσουν με τα “επιστημονικά” τους συμπεράσματα.
Όσο λοιπόν απαραίτητη είναι η επιστημονική διαδικασία παραγωγής γνώσης για τον κόσμο γύρω μας, άλλο τόσο απαραίτητη είναι και η κριτική αντιμετώπιση της, εάν θέλουμε η γνώση να είναι εργαλείο για την κοινωνική απελευθέρωση και όχι ένα ακόμα όπλο στα χέρια των εκμεταλλευτών και των κυρίαρχων, όπως είναι η θρησκεία, το θέαμα, η ιδεολογία, το εμπόρευμα και η ιδιοκτησία.
Το χειρότερο που θα μπορούσαμε να κάνουμε είναι να αποδεχθούμε, στην θέση των παλιών, νέες θρησκείες που θα “ιεροποιούν” την γνώση απέναντι στην κοινωνία και θα την κάνουν κτήμα των νέων ιερατείων, ακόμα και εάν αυτά ορκίζονται στο όνομα της επιστήμης και του ορθολογισμού.
Παρόλο που ο καπιταλισμός αποτελεί το παγκόσμιο μοντέλο κυριαρχίας και εκμετάλλευσης, δεν σημαίνει ότι αποτελεί και τον μοναδικό τρόπο παραγωγής και άρα κοινωνικό σχηματισμό που υπάρχει σήμερα στον πλανήτη. Εκατομμύρια άνθρωποι ζουν και παράγουν έξω (ή μάλλον στην περιφέρεια) από την κυρίαρχη καπιταλιστική σχέση (την σχέση κεφαλαίου εργασίας). Αν ο καπιταλισμός έχει επεκτείνει την κυριαρχία του σε πλανητικό επίπεδο, αυτό σαφώς δεν έχει γίνει με ομογενοποιημένο τρόπο ή στον ίδιο βαθμό σε όλο τον πλανήτη. Μπορεί ακόμα και στην περιφέρεια του καπιταλιστικού μας κόσμου ο καπιταλισμός να ελέγχει και να κυριαρχεί στους κομβικούς τομείς της παραγωγής, μπορεί ακόμα να συγκροτεί την διακυβέρνηση, τους μηχανισμούς επιτήρησης και ελέγχου, αλλά δεν έχει καταφέρει να μετατρέψει τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής σε ΚΑΘΟΛΙΚΟ. Δίπλα σε αυτόν συνυπάρχουν ακόμα προκαπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και κοινωνικής συγκρότησης οι οποίες τού “αφαιρούν” όχι μονάχα τα εκατομμύρια των ανθρώπων και την υπεραξία που θα μπορούσε να καρπωθεί, αλλά και τεράστιες πλουτοπαραγωγικές πηγές (με αυτόν ακριβώς τον τρόπο αντιλαμβάνεται ο καπιταλισμός το φυσικό περιβάλλον). Αυτός ο “εξωτερικός” προς τον καπιταλισμό κόσμος δεν είναι παρά ένας κόσμος για να “καπιταλιστικοιποιηθεί”. Μονάχα κάτω από αυτό το πρίσμα υπάρχει για τον καπιταλισμό. Αυτός ο κόσμος υπάρχει ώστε το κεφάλαιο να επεκτείνει την ίδια του την ύπαρξη. Υπάρχει ως εν δυνάμει εργατικά χέρια, ως πλουτοπαραγωγικές πηγές, ως νέες αγορές, ως δρόμοι για την μεταφορά τον εμπορευμάτων και ό,τι άλλο βοηθάει στην κυριαρχία του κεφαλαίου πάνω στην εργασία, της ιδιοκτησίας πάνω στην ζωή. Υπάρχει τέλος , όχι όμως ως άνθρωποι, κοινωνίες, ανάγκες, οικοσυστήματα, αλλά ως μαγική εικόνα που το ραβδάκι του κέρδους (με την βοήθεια φυσικά του πολύ υλικού ραβδιού της καταστολής και της βίας) μπορεί να μετασχηματίσει κατ΄ εικόνα και ομοίωση του ίδιου του καπιταλισμού, άσχετα με το κόστος που -άλλωστε- άλλοι καλούνται να πληρώσουν.
Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΤΡΟΦΗΣ
Αυτή η διαδικασία μετατροπής του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής σε ΚΑΘΟΛΙΚΟ, η υπαγωγή δηλαδή όλης της ανθρώπινης εργασίας, των μέσων παραγωγής και των πλουτοπαραγωγικών πηγών στην καπιταλιστική σχέση, απαιτεί την αφαίρεση από τις ανθρώπινες κοινωνίες και της παραμικρής δυνατότητας να παράγουν ΑΞΙΕΣ ΧΡΗΣΗΣ έξω από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Να παράγουν ΑΞΙΕΣ ΧΡΗΣΗΣ χωρίς πρωταρχικά να παράγονται και να εμφανίζονται ως ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ. Η κυριαρχία και η επέκταση του καπιταλισμού εξαρτάται από το κατά πόσο θα μπορέσει να ελέγξει την ανθρώπινη δραστηριότητα. Πρέπει λοιπόν να βρει τρόπους ελέγχου και ένταξης αυτής της ανθρώπινης δραστηριότητας στον κύκλο της καπιταλιστικής δραστηριότητας.
Υπάρχουν στον πλανήτη μας τεράστιες εκτάσεις τις οποίες ακόμα ο καπιταλισμός δεν έχει εκμεταλλευθεί στο βαθμό που θα τις ενέτασσε ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Η ως τώρα εκμετάλλευσή τους έχει να κάνει πιο πολύ με μια μορφή ΛΕΗΛΑΣΙΑΣ παρά με καπιταλιστική εκμετάλλευση. Το ίδιο ισχύει και για τα εκατομμύρια ανθρώπων που παράγουν σήμερα εκτός ή καλύτερα στο περιθώριο της καπιταλιστικής διαδικασίας (έξω από την άμεση υπαγωγή της εργασίας στην μισθωτή σχέση, έξω από την άμεση μετατροπή της εργασίας σε εμπόρευμα).
Η πλειοψηφία τους απασχολείται στον αγροτικό τομέα και καταφέρνει και επιβιώνει γιατί ουσιαστικά μπορεί και ελέγχει σε μεγάλο βαθμό την παραγωγή της τροφής του. Κατέχει σε μεγάλο βαθμό (όχι αναγκαστικά ως ιδιοκτησία, αλλά ως χρήση) την γη που καλλιεργεί, την τεχνογνωσία , τα εργαλεία και τους σπόρους που χρειάζεται για να την καλλιεργήσει, χωρίς να μπει (ή μπαίνοντας σε πολύ μικρό βαθμό) στην ανάγκη της εξάρτησης από την αγορά όλων των παραπάνω.
Αυτούς ακριβώς τους τρόπους παραγωγής και άρα τις κοινωνίες και τους ανθρώπους που ζουν σε αυτές πρέπει να αποδιοργανώσει ο καπιταλισμός, εάν θέλει να επεκτείνει την ουσιαστική του επικράτηση σε όλο τον πλανήτη και όχι απλώς την λεηλασία του. Το να κλέβει μόνο τις πρώτες ύλες χωρίς να επεκτείνει και να καθολικοποιεί τη σχέση ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ- ΕΡΓΑΣΙΑΣ είναι για τον καπιταλισμό μια πρωτόγονη μορφή εκμετάλλευσης.
Και για να το κάνει αυτό έχει έναν και μοναδικό τρόπο, αυτόν που χρησιμοποίησε και στην πρώτη βιομηχανική επανάσταση: την ΒΙΑ και τον ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟ, την ΑΠΡΑΓΗ και την ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ.
Δεν θέλουμε με αυτό το κείμενο όπως γράφουμε και στην αρχή να υποστηρίξουμε ότι οι προκαπιταλιστικές κοινωνίες ήταν ή είναι λιγότερο εξουσιαστικές ή εκμεταλλευτικές από τον καπιταλισμό, ούτε να απαξιώσουμε τις επιστημονικές ανακαλύψεις ή τις τεχνολογικές εφαρμογές τους. Θέλουμε όμως να καταδείξουμε ότι αυτό που βάζει σε κίνηση την “μηχανή” της επιστήμης και της τεχνολογίας είναι το εκάστοτε συγκεκριμένο κοινωνικό και παραγωγικό σύστημα.
Η ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας και των ΓΤΟ δεν έχει να κάνει λοιπόν με τον “αυθορμητισμό” του επιστημονικού ερευνητικού πνεύματος ή τους “πιονέρους” των επιστημονικών εργαστηρίων ,ούτε φυσικά με την καταπολέμηση της πείνας, της φτώχιας και της εξαθλίωσης που σε πολλές περιπτώσεις ο ίδιος ο καπιταλισμός δημιούργησε. Έχει να κάνει με την καθολική υπαγωγή του τομέα της αγροτικής παραγωγής στην καπιταλιστική διαδικασία.
Με την επιβολή των ΓΤΟ οι αγροτικοί πληθυσμοί θα αναγκαστούν να υπαχθούν στην καπιταλιστική διαδικασία μέχρι που κάποια στιγμή οι ίδιοι θα μετατραπούν σε προλετάριους και η εργασία τους σε εμπόρευμα. Η επιβολή των ΓΤΟ σε πρώτη φάση θα μετατρέψει τους αγροτικούς πληθυσμούς σε άμεσα εξαρτώμενους από τις εταιρείες- κεφάλαιο σε όλη την διαδικασία της αγροτικής παραγωγής ( από τον σπόρο, τα φυτοφάρμακα, την επιλογή της καλλιέργειας, την διάθεση των προϊόντων κλπ). Για ακόμα μια φόρα, όπως συνέβη σε πρώτη φάση με την βιομηχανοποίηση της αγροτικής παραγωγής, το τι θα παράγεται δεν θα έχει άμεση σχέση με τις ανάγκες των κοινωνιών αλλά με τις ανάγκες για περισσότερο κέρδος, όπως επιβάλλει ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Γιατί να παράγεις τρόφιμα για πληθυσμούς που δεν μπορούν να πληρώσουν αρκετά για αυτά, όταν η παραγωγή μεταλλαγμένης σόγιας για ζωοτροφή, ώστε να τρωνε κάθε μέρα κρέας οι πληθυσμοί των ανεπτυγμένων χωρών, ή η καλλιέργεια βιοκαυσίμων μπορεί να αποφέρει μεγαλύτερα κέρδη;
Ο ανορθολογισμός του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής μπορεί να οδηγήσει στην τεράστια κατασπατάληση φυσικών πόρων και ανθρώπινης εργασίας, αφού στον πυρήνα του έχει την ανάγκη της επέκτασης του ίδιου του κεφαλαίου μέσω του κέρδους και όχι την ικανοποίηση των ανθρώπινων κοινωνικών αναγκών. Αυτό που ακριβώς κάνει τον καπιταλισμό να αναπαράγεται, η υποτίμηση της αξίας της ανθρώπινης εργασίας δηλαδή ,είναι αυτό που τον κάνει τόσο σπάταλο και ανορθολογικό. Αν η ανθρώπινη εργασία (δηλ. ο χρόνος της εργασίας) είχε την ίδια αξία και άρα το ίδιο κόστος σε όλο τον πλανήτη, ακόμα και με τον πιο χυδαίο οικονομίστικο τρόπο σκέψης, θα ήταν ασύμφορο να εισάγεις πχ στην Ελλάδα λάδι από την Ισπανία, πορτοκάλια από την Αργεντινή, ρούχα από την Κίνα κλπ: γιατί θα είχες (και έχεις ) μια τεράστια σπατάλη πόρων (καύσιμα , εγρατόωρες, αποθηκευτικούς χώρους κλπ).
Δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλα κομμάτια αγροτικών πληθυσμών σε αυτό που ονομάζουμε αναπτυσσόμενο κόσμο (πχ Λ. Αμερική, Ινδία κλπ) συγκροτούνε τις αντιστάσεις τους, όχι μόνο απέναντι στις παραδοσιακές μορφές κυριαρχίας και εκμετάλλευσης που υφίστανται (γαιοκτήμονες, το σύστημα των καστών, πατριαρχία κλπ) αλλά, ταυτόχρονα και με την ίδια ένταση, απέναντι στις νέες μορφές κυριαρχίας και εκμετάλλευσης ( πολυεθνικές εταιρείες, παγκόσμιοι οργανισμοί, εθνικές κυβερνήσεις και γενικά σε ό,τι εκπροσωπεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου).Βλέπουν πολύ καθαρά ότι το Κεφάλαιο που έρχεται να αντικαταστήσει τις παλιές μορφές εκμετάλλευσης και κυριαρχίας όχι μόνο δεν πρόκειται να καλυτερέψει την ζωή τους ή να είναι λιγότερο βάρβαρο από τις προηγούμενες, αλλά και ότι σε ορισμένες περιπτώσεις τα πράγματα θα είναι πολύ χειρότερα. Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία που φαίνεται να κατανοούν αυτά τα κινήματα είναι ότι ο καπιταλισμός έρχεται με στόχο να αποσπάσει από τις κοινωνίες ακόμα και αυτόν τον έλεγχο που είχανε στον τρόπο παραγωγής, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που απέσπασε τον έλεγχο από τον εργάτη μετατρέποντας τον σε εργάτη- μάζα. Μόνο που αυτή την φορά αυτή η απόσπαση του έλεγχου έχει πιο καθολικά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Το δεύτερο εξίσου σημαντικό είναι ότι δεν πρόκειται για κινήματα που απέναντι στην επιδρομή του καπιταλισμού, υπερασπίζονται τις προηγούμενες μορφές εκμετάλλευσης και κυριαρχίας. Έγινε φανερό μέσα από αυτό που ονομάστηκε ΚΙΝΗΜΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ότι αυτά τα κινήματα βλέπουν τους συμμάχους τους σε κινήματα αντίστασης στον υπόλοιπο κόσμο και όχι στους εκπροσώπους παραδοσιακών μορφών εξουσιαστικών κοινωνικών σχηματισμών .Δεν αναπολούν τις προηγούμενες κοινωνικές δομές και τις ιεραρχίες τους (σε αντίθεση π.χ. με άλλα λαϊκά κινήματα στον μουσουλμανικό κόσμο που εμφανίστηκαν να υπερασπίζονται θεοκρατικές κοινωνικές δομές ως “αντίπαλο δέος” στον καπιταλισμό) αλλά προσπαθούν να δομήσουν τις δικές τους κοινωνικές δομές , μέσα από τις δικές τους εμπειρίες αλλά με μια σαφώς αντιεραρχική αμεσοδημοκρατική σκοπιά (βλ. Ζαπατίστας στο Μεξικό, MST Βραζιλία, BKU Ινδία κλπ).
Όμως ο έλεγχος της τροφής δεν έχει επιπτώσεις μονάχα στους αγροτικούς πληθυσμούς της περιφέρειας ή στο κέντρο του καπιταλιστικού κόσμου, αλλά και στους πληθυσμούς των αστικών κέντρων ολόκληρου του κόσμου. Σημαίνει τον έλεγχο της παραγωγής, και της διακίνησης της τροφής μονάχα μέσα από την καπιταλιστική διαδικασία, και η μετατροπή της εξολοκλήρου σε εμπόρευμα ουσιαστικά συντελεί στην υποβάθμιση της ποιότητας και της υγιεινής της τροφής με την οποία τρέφονται οι πληθυσμοί των αστικών κέντρών. Η βιοτεχνολογία αποτελεί το τελευταίο στάδιο της βιομηχανοποίησης της αγροτικής/ κτηνοτροφικής παραγωγής. Αν και στα προηγούμενα στάδια αυτής της παραγωγής είχαμε σοβαρά προβλήματα διακινδύνευσης της υγείας των κοινωνιών (φυτοφάρμακα, διοξίνες, νόσος των τρελών αγελάδων λόγω των ζωοτρόφων κλπ), στο στάδιο των ΓΤΟ αυτές οι διακινδυνεύσεις γίνονται ανεξέλεγκτες, αφού οι εταιρείες και τα συμφέροντα που εκπροσωπούν πειραματίζονται μετατρέποντας ολόκληρες κοινωνίες σε πειραματόζωα, χωρίς μάλιστα να έχουν την πλήρη κατανόηση του μηχανισμού με τον οποίο πειραματίζονται .
Η χρήση των ΓΤΟ με όρους μαζικής εμπορευματικής παραγωγής και της ευρείας διάδοσής τους εμπεριέχει τουλάχιστον τρεις σοβαρούς κίνδυνους.
Ο ένας είναι η ΕΠΙΜΟΛΥΝΣΗ των μη ΓΤΟ καλλιεργειών με σπόρους και γενετικό υλικό από αυτούς των ΓΤΟ καλλιεργειών, και μάλιστα χωρίς να έχουμε καμία ένδειξη των αποτελεσμάτων μιας τέτοιας επαφής στο φυσικό περιβάλλον, μακριά από τις ελεγχόμενες συνθήκες των εργαστηρίων. Ο άλλος που σχετίζεται άμεσα με τον πρώτο είναι η ΜΗ- ΑΝΑΣΤΕΨΗΜΟΤΗΤΑ των αποτελεσμάτων μιας τέτοιας επιμόλυνσης. Δυστυχώς, στην περίπτωση της βιοτεχνολογίας και των ΓΤΟ δεν έχουμε να κάνουμε με μια “πετρελαιοκηλίδα” την οποία μετά από κάποιες προσπάθειες και με την βοήθεια συγκεκριμένων τεχνικών μέσων θα μπορέσουμε να περιορίσουμε και να εξουδετερώσουμε πάρα την καταστροφή που μπορεί να έχει προκαλέσει. Αντίθετα έχουμε μια κατάσταση που οι όποιες διαταραχές προκαλέσει θα είναι μάλλον ανεξέλεγκτες και μη αναστρέψιμες.
Ο τρίτος είναι η μείωση της ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ στην φύση. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι μεταλλάξεις και υβρίδια υπήρχαν πάντα στη φύση και όλη η πορεία της εξέλιξης (τόσο της φύσης όσο και της ανθρωπότητας) βασίζονταν σε αυτά. «Τα ανθρώπινα όντα τροποποιούν γενετικά οργανισμούς από τότε που άρχισε η εξημέρωση των ζώων και η καλλιέργεια των φυτών. Η ιστορία της εξημέρωσης ειδών είναι ακριβώς η ιστορία της γενετικής τροποποίησης τους, ώστε να καταστούν ιδιαίτερα “αφύσικα”»
Μπορεί μεταλλάξεις να γίνονταν πάντα στη φύση, αλλά αυτό που μέχρι τώρα υπήρχε και ποτέ δεν αμφισβητήθηκε, όχι πρακτικά τουλάχιστον (γιατί θεωρητικά αμφισβητήθηκε), ήταν η πολυμορφία και η τυχαιότητα. Όλη η θεωρία της εξέλιξης βασίζεται σε τυχαίες μεταλλάξεις, σε επικράτηση μορφών ζωής και ποικιλιών που τυχαία εμφάνισαν εκείνα τα χαρακτηριστικά που τους επέτρεψαν να επιβιώσουν στις εκάστοτε συνθήκες. Άλλωστε κάθε μορφή ζωής είναι μοναδική και από τα φυτά έως τον ανθρώπινο οργανισμό η ποικιλομορφία είναι αυτό που κάνει την επιβίωση του είδους πιο πιθανή. Ο άνθρωπος λοιπόν είναι ένα από αυτά τα παραδείγματα, όσο και αν τα μεταφυσικά (και όχι μόνο) συστήματα προσπάθησαν να του προσδώσουν ένα σκοπό, μια τελεολογική νοηματοδοτηση.
Αυτό λοιπόν που στη φύση υπάρχει τόσο απλόχερα, δηλ. μια δεξαμενή επιλογών για κάθε περίπτωση, αυτό ακριβώς είναι που η βιοτεχνολογία φιλοδοξεί να καταργήσει.
Στον τομέα της γεωργικής παραγωγής ωστόσο ο τελικός σκοπός της βιοτεχνολογίας – η κανονικοποίηση- χειραγώγηση-ιδιοποίηση της καλλιέργειας σε καθολικό βαθμό προχωράει απρόσκοπτα. Η επίτευξη αυτού του στόχου θα έχει ως αποτέλεσμα
1ον την απόλυτη εξάρτηση όλου του αγροτικού πληθυσμού από τις εκάστοτε πολυεθνικές εταιρίες προλαιταριοποιώντας τον, στα βήματα της βιομηχανικής και κατόπιν της πράσινης επανάστασης,
2ον να περιορίσει τις άπειρες επιλογές που υπάρχουν στη φύση σε ελάχιστες επιλογές που συντελούνται εντός δοκιμαστικών σωλήνων μεγιστοποιώντας τους κινδύνους ολοκληρωτικής εξάλειψης ειδών που η ποικιλομορφία τους αποτελούσε βασικό στοιχείο για την επιβίωση τους.
Έτσι σε πρακτικό επίπεδο, η καθολικότητα που επιβάλλει ο τρόπος καλλιέργειας των Γ.Τ.Ο. επηρεάζει την βιοποικιλότητα που είναι απαραίτητο στοιχείο του περιβάλλοντος. Η σταδιακή αντικατάσταση των ποικιλιών διαφόρων ειδών με μία μοναδική γενετικά τροποποιημένη ποικιλία που τελικά θα επικρατήσει (βλέπε σόγια & καλαμπόκι) αφαιρεί από το είδος την δυνατότητα επιλογής μέσα από ένα εύρος ποικιλιών προκειμένου να αντιμετωπίσει διαφορετικούς κινδύνους που εμφανίζονται κατά καιρούς. Έτσι η ίδια η ύπαρξη αυτής της μοναδική ποικιλία,ς αν και όταν βρεθεί τρωτή σε κάτι, μπορεί να αποτελέσει λόγο εξαφάνισης του είδους.
Αυτό βέβαια που αποτελεί σκοπό της βιοτεχνολογίας δεν επιτυγχάνεται κατ’ ανάγκη ούτε και με ευκολία (ενδεχομένως να είναι και ανέφικτο). Η βεβαιότητα που παρέχει το εργαστήριο ως ελεγχόμενο περιβάλλον δεν ισχύει στη φύση. Η βιοτεχνολογία παραμένει στις υποσχέσεις. Οι καινούριες μορφές ζωής που θα δημιουργηθούν στη φύση από τις επιμολύνσεις και μη ελέγξιμους παράγοντες είναι αδύνατον να προβλεφθούν και η βιοτεχνολογία έτσι και αλλιώς δεν μπήκε ποτέ σε αυτή τη διαδικασία, μια διαδικασία η οποία αντιτίθεται άμεσα στην λογική του κέρδους που τελικά είναι και ο πρωταρχικός σκοπός της. Η βιοτεχνολογία -όπως και ο καπιταλισμός στον οποίο άλλωστε εντάσσεται- θα είναι ευτυχής να ανακαλύπτει και να προωθεί λύσεις για τα προβλήματα που η ίδια δημιουργεί, λύσεις που προφανώς θα της αποφέρουν επιπλέον κέρδος και χρόνο επιβίωσης.
Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ
Για τον καπιταλισμό τον ανθρώπινο σώμα καθώς και οι ασθένειες που αυτό παρουσιάζει δεν αποτελούν παρά πεδία εφαρμογής της ίδιας της καπιταλιστικής σχέσης. Στόχος δεν είναι η υγεία και η εξάλειψη των αιτίων που ευθύνονται για αυτές τις ασθένειες, αλλά η αναίρεση των συμπτωμάτων που κάνουν το σώμα δυσλειτουργικό μέσα στην καπιταλιστική διαδικασία. Η βιοιατρική όπως και η κλασική ιατρική δεν μπορούν να απορριφθούν συλλήβδην κάτω από ένα ηθικό ή αξιακό πρίσμα. Μπορούν όμως να βρίσκονται στο επίκεντρο μιας διαρκούς κριτικής που έχει να κάνει με το πού, από ποιους και γιατί κατευθύνεται κάθε φόρα η έρευνα ή παραγωγή φάρμακων και θεραπειών. Αυτή η στάση δεν έχει να κάνει με μια ιδεοληπτική- ιδεολογική καχυποψία απέναντι στην επιστήμη, αλλά ξεκινά από την άποψη ότι στην εποχή μας η επιστήμη λειτουργεί ως μέρος της ίδιας της καπιταλιστικής παραγωγής και πρέπει επομένως να κρίνεται συνεχώς ως προς το εάν αυτό που παράγει έρχεται να λειτουργήσει θεραπευτικά για τον άνθρωπό ή εάν έρχεται για να επεκτείνει την κυριαρχία του κεφαλαίου πάνω στις ανθρώπινες κοινωνίες.
Ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της κριτικής έχει να κάνει με την “φιλοσοφία” η οποία διαπερνάει τις επιλογές της επιστημονικής έρευνας. Για παράδειγμα ξέρουμε ότι πολλές από τις σύγχρονες ασθένειες οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στο κοινωνικό περιβάλλον που ο ίδιος ο καπιταλισμός έχει δημιουργήσει(αυτοκινητικά δυστυχήματα, εργατικά ατυχήματα, καρδιοπάθειες, αναπνευστικές ασθένειες, νέες επιδημίες, επαγγελματικές ασθένειες κλπ) . Το να αναιρέσει ο καπιταλισμός τις κοινωνικές αιτίες στις οποίες οφείλονται αυτές οι ασθένειες θα ισοδυναμούσε με το να αναιρέσει τις ίδιες τις δυνατότητες κερδοφορίας του. Έτσι λοιπόν ο καπιταλισμός από την μια διατηρεί τις νοσογόνες κοινωνικές παραμέτρους και από την άλλη προσπαθεί να αντιμετωπίσει και να αναιρέσει τα συμπτώματα των ασθενειών που κάνουν το ανθρώπινο σώμα δυσλειτουργικό για την καπιταλιστική διαδικασία. Κάτω από αυτή την οπτική, ο στόχος είναι όχι να εξαλείψουμε τους πολέμους, τα αυτοκινητιστικά δυστυχήματα, τα εργατικά ατυχήματα , αλλά να παράγουμε ανταλλακτικά μέλη, όχι να αποτρέψουμε την μόλυνση αλλά να ανακαλύψουμε τις θεραπείες ή ακόμα καλύτερα τις γονιδιακές μεταλλάξεις που θα μας κάνουν ανθεκτικούς σε μεγαλύτερα επίπεδα μόλυνσης, όχι να παράγουμε υγιεινή τροφή αλλά να μπορούμε να τρώμε τα τροφικά σκουπίδια που θα μας ταίζουν, όχι να αναιρέσουμε τους κοινωνικούς γαινησιουργούς λόγους ψυχικών ασθενειών, αλλά να βρούμε τα φάρμακα που θα καταπραΰνουν τα συμπτώματα αυτών των ασθενειών , ώστε το ανθρώπινο σώμα να αντεπεξέρχεται στην καπιταλιστική λειτουργία, άσχετα με το εάν είναι υγείες.
Ένα δεύτερο κομμάτι αυτής της κριτικής έχει να κάνει την αντιμετώπιση της υγείας ως ένα ακόμα ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ ανάμεσα στα υπόλοιπα εμπορεύματα που παράγονται στον καπιταλισμό, και άρα η παραγωγή της υπόκειται και αυτή στους “νόμους της προσφοράς και της ζήτησης”. Το εμπόρευμα της υγείας απευθύνεται λοιπόν σε αυτούς που μπορούν να αγοράσουν. Έτσι, σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν μεγάλα τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού απασχολούν πολύ λιγότερο την επιστημονική έρευνα και πολύ λιγότερους πόρους, αφού αυτοί οι πληθυσμοί δεν αποτελούν ένα φερέγγυο καταναλωτικό κοινό. Η πείνα και ο υποσιτισμός οι άθλιες συνθήκες υγιεινής ,η έλλειψη πρωτοβάθμιας ιατρικής περίθαλψης η παιδική εργασία και ένα σωρό “πρωτόγονες” αιτίες αποτελούν τους κυρίαρχους λόγους εμφάνισης των ασθενειών στην πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού. Αντίθετα το ενδιαφέρον της ιατρικής και της επιστημονικής έρευνας πολλές φορές στρέφεται σε “παραϊατρικά” ενδιαφέροντα (πλαστική χειρουργική, αντιμετώπιση της γήρανσης κλπ) τα οποία εν τέλει, ως εμπορεύματα, μπορούν να απευθυνθούν σε ένα καταναλωτικό κοινό που έχει τόσο το χρήμα όσο και την διάθεση να πληρώσει.
Όπως και η βιοτεχνολογία έτσι και η βιοιατρική συγκροτεί ένα ποιοτικό άλμα στα δυο παραπάνω σημεία κριτικής που αναφέραμε.
Καταρχάς είναι, έτσι και αλλιώς, αντιεπιστημονική η προσέγγιση “που θέλει να αποδώσει συγκεκριμένα ανθρώπινα χαρακτηριστικά και συμπεριφορές σε συγκεκριμένα γονίδια”. Αυτή η χοντροκομμένη προσέγγιση- που καμιά φορά μπορεί να μας θυμίζει τις αντιλήψεις περί ευγονικής -οι οποίες επίσης επιχειρήθηκε κάποια στιγμή να αυτοπαρουσιαστούν ως επιστημονικές- έχει ένα σοβαρό έρεισμα σε θεωρήσεις λιγότερο χοντροκομμένες και σε πιο συγκροτημένο επιστημονικό πλαίσιο, που όμως “αντιμετωπίζουν το ανθρώπινο σώμα ως φορέα γονιδίων και οργάνων μόνο- δηλαδή ένα κλειστό σύστημα από βιολογικές διεργασίες“…”προσεγγίζουν την έννοια του βίου μέσα από τη βιολογικοποίησή της.”
Αυτή η “βιολογικοποίηση” του βίου έχει πολλαπλά και άμεσα οφέλη για τον καπιταλισμό. Από τα κέρδη των ασφαλιστικών εταιρειών που δεν θα ασφαλίζουν ή των αφεντικών που θα μπορούν να απολύουν τους γενετικά “ύποπτους” για κάποιες ασθένειες ,από το εμπόριο μιας νέου τύπου θρησκευτικής ελπίδας της αιώνιας ζωής (που θα αντικαταστήσει το σημερινό εμπόριο της θρησκευτικής ελπίδας για τη μετά θάνατο ζωή) μέχρι την “ανασκευή” των ανθρώπινου σώματος ώστε να γίνει πιο παραγωγικό (να κουράζεται λιγότερο, να έχει ανάγκη λιγότερο ύπνο, να αντέχει σε περισσότερη ακτινοβολία κλπ). Θα μπορούσε μάλιστα το «το φαντασιακό» των καπιταλιστών να ελπίσει μέχρι και στην “εξειδίκευση” των ανθρώπινων σωμάτων, όπως σώματα για ανθρακωρύχους, για γραμματείς, για οδηγούς διαστημοπλοίων , πολεμιστές στις εσχατιές της καπιταλιστικής αυτοκρατορίας κλπ ή όσο μακριά θα μπορούσε να φτάσει η φαντασία της εργαλιοποίησης του ανθρώπινου σώματος. Αν όλα αυτά μας μοιάζουν -και είναι- σενάρια επιστημονικής φαντασίας, το χειρότερο σενάριο επιστημονικής φαντασίας που βρίσκεται εν εξελίξει και το οποίο καλούμαστε να ανατρέψουμε, είναι η προσπάθεια για καθολική επικράτηση του καπιταλιστικού ολοκληρωτισμού στον πλανήτη.
Αυτόνομο Στέκι