Για τη σύλληψη της αναρχικής Λήδας Σοφιανού στην απεργιακή διαδήλωση της 23ης Φλεβάρη

Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι πλημμύρησαν τους δρόμους της Αθήνας την ημέρα της γενικής απεργίας στις 23 Φλεβάρη και πορεύτηκαν προς τη Βουλή, αψηφώντας την αστυνομοκρατία και την καταστολή. Σε μια κοινωνία η οποία καθημερινά συνθλίβεται στα γρανάζια της ολοένα εντατικότερης εκμετάλλευσης που επιβάλλουν το κράτος και τα αφεντικά με όχημα το μνημόνιο συνεργασίας με το ΔΝΤ, την ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η αποφασιστικότητα χιλιάδων διαδηλωτών να πορευτούν προς τη Βουλή αποτυπώνει την άρνηση στην υποταγή και το φόβο που θέλει να εμπνεύσει η εξουσία. Τα μπλοκ των αναρχικών-αντιεξουσιαστών, των ταξικών σωματείων βάσης, των συνελεύσεων γειτονιάς, των κοινωνικών αντιστάσεων ενάντια στις αυξήσεις κ.α. στέλνουν το μήνυμα της συλλογικοποίησης και της αυτοοργάνωσης των κοινωνικών αγώνων από τα κάτω, κόντρα στη διαμεσολάβηση, την κομματική χειραγώγηση και την ταξική συνθηκολόγηση των εργατοπατέρων. Στη μαχητικότητα των διαδηλωτών που πολιορκούν τη Βουλή και στην επιμονή όσων παρέμεναν για ώρες στο Σύνταγμα αντιμέτωποι με τον αστυνομικό στρατό αποτυπώνεται η πεποίθηση ότι τα αφεντικά δεν είναι ακλόνητα, ότι είναι ο καιρός της κοινωνικής και ταξικής αντεπίθεσης.

Η πορεία δέχτηκε σχεδόν από το ξεκίνημά της αστυνομικές επιθέσεις, με στόχο να απομαζικοποιηθεί. Κατά την είσοδο πολλών μπλοκ στην πλατεία Συντάγματος, οι επιθέσεις αυτές έγιναν λυσσαλέες, με δολοφονικές ρίψεις δακρυγόνων, ασφυξιογόνων και χειροβομβίδων κρότου-λάμψης, με αποτέλεσμα να κυνηγηθούν διαδηλωτές, να γίνουν δεκάδες τραυματισμοί, προσαγωγές και συλλήψεις, σε μια επιχείρηση τρομοκρατίας ώστε να διαλυθεί η πορεία και να μην υπάρχει συγκροτημένη, μαζική παρουσία μπροστά στη Βουλή. Ανάμεσα στα μπλοκ που χτυπήθηκαν και διαλύθηκαν μόλις έφτασαν στο Σύνταγμα από την οδό Σταδίου ήταν και αυτό της Συνέλευσης Αντίστασης και Αλληλεγγύης Κυψέλης / Πατησίων. Ένα μεγάλο μέρος διαδηλωτών απωθήθηκε βίαια στον οδό Ερμού, ενώ κάποιοι από αυτούς περικυκλώθηκαν από δυνάμεις ΔΙΑΣ και ΔΕΛΤΑ και χτυπήθηκαν στην οδό Νίκης, μπροστά στην είσοδο του Τεχνικού Επιμελητηρίου.

Εκεί συνελήφθη η συντρόφισσα Λήδα Σοφιανού, η οποία συμμετείχε στην πορεία με το μπλοκ της Συνέλευσης Κυψέλης / Πατησίων. Αστυνομικοί της ομάδας ΔΕΛΤΑ την έριξαν στο έδαφος, σέρνοντάς την προς το υπουργείο οικονομικών, και προσπάθησαν να στήσουν σε βάρος της σκευωρία ώστε να την παγιδεύσουν με εξοντωτικές κατηγορίες. Συγκεκριμένα, άρπαξαν την τσάντα της, η οποία περιείχε κείμενα της Συνέλευσης και επιχείρησαν να τοποθετήσουν μέσα σε αυτήν άλλη τσάντα με μολότοφ που κρατούσαν οι ίδιοι. Η συντρόφισσα αντέδρασε άμεσα, καταγγέλλοντας στους παριστάμενους διαδηλωτές και περαστικούς την αρπαγή της τσάντας της και την προσπάθεια ενοχοποίησής της, και για αυτό το λόγο αστυνομικοί της ΔΕΛΤΑ άρχισαν να την χτυπούν και να την απειλούν ώστε να καταφέρουν να τη φιμώσουν. Αυτή η προσπάθεια της αστυνομίας συνεχίστηκε και εντός της στοάς του υπουργείου όπου την απομόνωσαν. Παρά τα χτυπήματα που δεχόταν, η συντρόφισσα συνέχισε να καταγγέλλει σε υπαλλήλους που βρίσκονταν εκεί τη μεθόδευση που στηνόταν σε βάρος της, και έτσι κατάφερε να αποτρέψει τη σκευωρία με τις μολότοφ. Στη ΓΑΔΑ που μεταφέρθηκε μετά από αρκετή ώρα, επινοήθηκε νέο ευφάνταστο αστυνομικό σενάριο, με σκοπό να δικαιολογηθεί η σύλληψη και η δίωξή της. Εκεί της παρουσίασαν για πρώτη φορά ένα ξύλο και της ανακοίνωσαν ότι θα κατηγορηθεί ότι το κρατούσε στα χέρια και ότι με αυτό χτύπησε αστυνομικό της ομάδας ΔΕΛΤΑ. Επιπλέον της ασκήθηκε δίωξη με τον «κουκουλονόμο» προκειμένου οι κατηγορίες να λάβουν κακουργηματικό χαρακτήρα.

Η Λ. Σοφιανού και εφτά ακόμη συλληφθέντες των κινητοποιήσεων της 23ης Φλεβάρη οδηγήθηκαν σε εισαγγελέα και ανακριτή την Πέμπτη 24/2, ενώ ο ένατος συλληφθέντας παρέμενε στο νοσοκομείο τραυματισμένος από την αστυνομία. Αντιμετωπίζοντας τις κατηγορίες της «διατάραξης κοινής ειρήνης», της «απόπειρας σωματικής βλάβης», της «οπλοφορίας – οπλοκατοχής» και το κακούργημα του «κουκουλονόμου», η Λήδα πήρε προθεσμία για να παρουσιαστεί ενώπιον ανακριτή στα δικαστήρια της Ευελπίδων το Σάββατο, 26 Φλεβάρη, στις 9 το πρωί, μαζί με δύο ακόμη συλληφθέντες της πορείας που αντιμετωπίζουν παρεμφερείς κατηγορίες. Οι συλληφθέντες που βαρύνονται με πλημμελήματα, ανάμεσά τους και ανήλικοι, πήραν προθεσμία για την Παρασκευή 25/2.  Μέχρι τότε όλοι παραμένουν κρατούμενοι στην Ασφάλεια.

Η συντρόφισσά μας που συμμετείχε στην απεργιακή πορεία της 23ης Φλεβάρη, κρατώντας το πανό της Συνέλευσης της Κυψέλης, με το σύνθημα «ΚΟΙΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΝΤΟΠΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ, ΑΝΕΡΓΩΝ, ΝΕΟΛΑΙΩΝ, ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ, ΤΟ ΦΟΒΟ ΚΑΙ ΤΟ ΡΑΤΣΙΣΜΟ», δεν είναι μόνη απέναντι στην κρατική καταστολή! Μέσα από τη 15ετή δραστηριοποίησή της στον αναρχικό κοινωνικό αγώνα, με συμμετοχή σε μαθητικές και εργατικές κινητοποιήσεις, σε αγώνες αλληλεγγύης σε διωκόμενους αγωνιστές, σε μετανάστες και πρόσφυγες, σε αναρχικές κινηματικές διαδικασίες, σε πρωτοβουλίες υπεράσπισης της φύσης και των δημόσιων χώρων, σε συνελεύσεις γειτονιάς, σε ελευθεριακές καλλιτεχνικές δραστηριότητες και σε αντιεξουσιαστικές εκδόσεις, έχει συνεισφέρει με τη συντροφικότητα, το πάθος και τη δημιουργικότητά της στον πλούτο της αυτοοργανωμένης κοινωνικής αντίστασης. Σε αυτή τη διαδρομή μέσα στο συλλογικό αγώνα για έναν κόσμο ισότητας, αλληλεγγύης και ελευθερίας έχει συναντηθεί με χιλιάδες αγωνιζόμενους ανθρώπους και έχει βρεθεί ξανά στο στόχαστρο του κράτους, διωκόμενη για την αγωνιστική της δράση.

Δεν θα σιωπήσουμε μπροστά στην κατασταλτική μεθόδευση σε βάρος της με πλαστές αστυνομικές καταθέσεις και δήθεν πειστήρια που εμφανίζονται στην Ασφάλεια!

Με τη σφοδρή καταστολή της απεργιακής διαδήλωσης, τις συλλήψεις και τις κατασκευασμένες κατηγορίες εναντίον αγωνιστών και αγωνιστριών το κράτος επιχειρεί την τρομοκράτηση όσων αντιστέκονται στους δρόμους και τον εκφοβισμό της κοινωνίας. Η τρομοκρατία δεν θα περάσει!

ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΩΝ 9 ΣΥΛΛΗΦΘΕΝΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ 23ης ΦΛΕΒΑΡΗ!

ΚΑΜΙΑ ΔΙΩΞΗ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΔΗΛΩΤΩΝ!

Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ!

ΟΛΟΙ-ΕΣ ΣΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ, ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 26 ΦΛΕΒΑΡΗ, 9 π.μ.

Σύντροφοι-συντρόφισσες της Λήδας Σοφιανού

Posted in 9. Άλλων | Leave a comment

Παρασκευή, 25 Φλεβάρη, 20:30 No Ticket Cinema: Αληθινό Θράσος των αδελφών Κοέν

Posted in 5. Προβολές | Leave a comment

Η Συλλογική Κουζίνα της Τετάρτης: αυτή την Τετάρτη, 23 Φλεβάρη, Απεργιακή και Αλληλέγγυα στον αγώνα των 300 μεταναστών/ εργατών

Η Συλλογική Κουζίνα της Τετάρτης:

αυτή την Τετάρτη Απεργιακή και Αλληλέγγυα

Απεργιακή όπως σε κάθε απεργία έτσι και σ’ αυτή δεν πηγαίνουμε για φαγητό σε μαγαζιά στηρίζοντας έτσι την απεργία και τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων στον κλάδο του επισιτισμού.

Αλληλέγγυα στον αγώνα των 300 μεταναστών εργατών γιατί όπως και δεκαπέντε μέρες πριν  έτσι και αυτή την φορά  ό,τι μαζέψει το κουτί θα διατεθεί για την οικονομική ενίσχυση της μάχης που δίνουν.

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου

στο Αυτόνομο Στέκι (Ζ. Πηγής 95-97 & Ισαύρων), μετά το τέλος της απεργιακής πορείας

Posted in 7. Μαγειρέματα | Leave a comment

Η ηθική χρειάζεται έναν άλλο τόπο για να ριζώσει και να ανθίσει

Η ηθική χρειάζεται έναν άλλο τόπο για να ριζώσει και να ανθίσει

 

Του Raúl Zibechi

Φεβρουάριος του 2011:
Φίλε Ραούλ: Χαιρετισμούς. Διαβάσαμε μερικά από τα τελευταία σου γραπτά και πιστεύουμε ότι είμαστε συντονισμένοι στον ίδιο μήκος κύματος. Γι’ αυτό θα θέλαμε να σε προσκαλέσουμε να ενωθείς και να συνεισφέρεις σχετικά με το θέμα της Ηθικής και Πολιτικής. Θερμά. SupMarcos.

Στην πρόσκληση του Εξεγερμένου Υποδιοικητή Μάρκος, ο Ραούλ Ζιμπέκι, από την Ουρουγουάη, ανταποκρίνεται στην ανταλλαγή επιστολών σχετικά με την Ηθική και την Πολιτική. Με αυτή την επιστολή συμμετέχει στη συζήτηση.

Γράμμα στον EZLN
Μάρτιος 2011
Προς: Εξεγερμένο Υποδιοικητή Μάρκος – Ζαπατιστικό Στρατό για την Εθνική Απελευθέρωση
Από: Ραούλ Ζιμπέκι

Θερμό αγκάλιασμα προς τις και τους συντρόφους Ζαπατίστας από αυτή τη γωνιά της νοτιοαμερικανικής ηπείρου. Και ένα εγκάρδιο αγκάλιασμα σε αυτά τα μικρά κορίτσια και αγόρια που υποφέρουν από τον πόλεμο από-τα-πάνω, έναν πόλεμο στον οποίο κατευθύνονται στροβιλιζόμενοι συντηρητικοί και προοδευτικοί, δεξιοί και ψευδο-αριστεροί που μοιράζονται από κοινού την απέχθεια –και το φόβο– για όλους τους από κάτω. Που τους αποδέχονται μόνο ως παθητικό πλήθος στις παρελάσεις τους –τις οποίες τώρα αποκαλούν πορείες διαμαρτυρίας– και πάνω απ’ όλα στην ιερή ημέρα που θα φτάσουν στην κάλπη.
Στο μέτρο που ο κόσμος, η ήπειρός μας και οι δικοί μας διαφορετικοί από-κάτω αισθάνονται κάθε φορά και πιο επηρεασμένοι από τους πολλαπλούς πολέμους από-τα-πάνω –τον πόλεμο της πείνας για την κερδοσκοπία πάνω στην τροφή, τον πόλεμο της ενημερωτικής σιωπής για να μας αγνοήσουν, τον πόλεμο της κοινωνικής πολιτικής για να μας εξημερώσουν και τον πόλεμο, πόλεμο με σφαίρες και κανόνια για να μας εξαφανίσουν σκοτώνοντάς μας– γίνεται πιο επείγον να χαράξουμε «σύνορα» ανάμεσα στους πιο διαφορετικούς «εμείς» και στους πιο διαφορετικούς «εκείνοι», παρά τον κίνδυνο να καταλήξουμε σε κάποια δυσάρεστη έκπληξη.
Με κάθε άλμα προς τα εμπρός της παγκόσμιας εξέγερσης των από-κάτω, όταν πλήθη οπλισμένα με πέτρες βρίσκονται αντιμέτωπα με στρατιωτικά ελικόπτερα και κυνηγητό βομβαρδισμών, έρχεται η σειρά της ερώτησης: «με ποια πλευρά;», «με ποιους;» Ερωτήσεις που μπορούν να απαντηθούν μόνο με την καρδιά και το πιο πρωταρχικό αίσθημα της ανθρώπινης αλληλεγγύης, αν και βλέπουμε κάθε μέρα αυτούς που κάθονται στα βάθρα από-πάνω να υπολογίζουν κέρδη και ζημιές με μέτριες λογικές που χρησιμεύουν για να εξηγήσουν το κάθετι, επειδή μερικές λέξεις, όπως έλεγε ο León Felipe[1] για τη δικαιοσύνη, αξίζουν λιγότερο, άπειρα λιγότερο και από τα ούρα των σκύλων.
Όταν οι χιλιάδες και τα εκατομμύρια κερδίζουν τους δρόμους, όπως έκαναν τον Ιανουάριο του 1994 στο Μεξικό ή στο Río de la Plata το 2001, δεν υπάρχει τίποτε άλλο παρά το να γιορτάσεις, να συντροφέψεις, να αφήσεις τις δουλειές που κάνεις και να βγεις συμμετέχοντας στις χαρές και τους πόνους. «Και μετά τι;», ήταν η ερώτηση με την οποία μας πυροβολούσαν οι σοφοί αναλυτές και οι ηγέτες της αριστεράς. Μετά, ποτέ δεν ξέρεις. Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι: τώρα, και φτάνει πια.
Όσο τα νερά είναι ήρεμα, τα περιθώρια της κερδοσκοπίας φαρδαίνουν μέχρι να γίνουν ωκεανοί λόγων• λέξεις και άλλες λέξεις προφέρονται η μια μετά την άλλη, συνέχεια και συνέχεια, επειδή δεν συνδέονται με τα γεγονότα, τις πράξεις, τις αποφάσεις, τις δεσμεύσεις. Είναι, δηλαδή, λέξεις. Όπως αυτές των πολιτικών από-τα-πάνω, που ανταποκρίνονται στις ατομικές ιδιοτροπίες και τα συμφέροντα.
Αλλά όταν τα νερά αναταράσσονται, όταν τα κύματα γίνονται τρικυμία, τίποτε πια δεν μένει στη θέση του. Οι χρόνοι των υπολογισμών και της κερδοσκοπίας δίνουν τη θέση τους σε απαντήσεις σχεδόν αυτόματες, και είναι τότε που κάθε ομάδα ανταποκρίνεται σύμφωνα με τις αξίες που καλλιέργησε. Στις κρίσεις, όπως και στα ναυάγια, υπάρχουν μόνο συλλογικές έξοδοι, για τον απλό λόγο ότι στην ατομική λύση δεν χωράνε όλοι. Αυτό είναι το πρώτο μάθημα που προσφέρουν οι εξεγέρσεις που συνταράζουν τον κόσμο.

Ένα σύστημα σε αποσύνθεση
Μπορούμε να καταβάλλουμε κάθε δυνατή διανοητική προσπάθεια που χρειάζεται για να καταλάβουμε αυτό που συμβαίνει στον κόσμο. Να συλλέξουμε στοιχεία, να τα κατηγοριοποιήσουμε, να τα αναλύσουμε, να τα θέσουμε προς διάψευση μέχρι να περικυκλώσουμε μια υπόθεση σχετικά με αυτό που ονομάζουμε συστημική κρίση και που μοιάζει κάθε φορά περισσότερο με ένα συστημικό χάος.
Πώς να κατανοήσουμε την κρίση του συστήματος; Λένε πως υπάρχουν νόμοι που κυβερνούν την οικονομία, που παρουσιάζουν τάσεις και αλάνθαστες ενδείξεις ότι μπαίνουμε σε μια περίοδο κατά την οποία το κεφάλαιο συναντά περιορισμούς στην συσσώρευσή του. Και υπάρχουν άλλες θεωρίες που λένε ότι η πτώση του καπιταλισμού είναι αναπόφευκτη και ότι ο κόσμος του ενός πόλου, δηλαδή ο κόσμος που έχει ως κέντρο του την ηγεμονία μιας μόνο χώρας, των ΗΠΑ, δεν μπορεί να επιβιώσει.
Κατά τη γνώμη ορισμένων, και μπορεί να κάνουμε λάθος, αυτό που ονομάζουμε συστημική κρίση δεν είναι τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από ένα ¡Ya Basta!, μαζικό, ωμό και γενικευμένο από τους από-κάτω απ’ όλες τις γωνιές του κόσμου. Η κρίση είναι: όταν γυναίκες και νέοι, παιδιά, αγρότες και εργάτες, ιθαγενείς και φοιτητές/μαθητές πια δεν αντέχουν άλλο και οι αγώνες τους γίνονται τόσο δυνατοί που οι από-πάνω, τα αφεντικά του κεφαλαίου, αρχίζουν να μεταφέρουν τα λεφτά τους σε πιο σίγουρους τόπους. Και αυτό που εξοπλίζουν είναι ένα γιγάντιο καζίνο όπου παίζουν για να κερδίσουν χρήματα ο ένας καπιταλιστής από τον άλλο, επειδή οι από-κάτω δεν τους επιτρέπουν πια να τους κλέβουν και να τους εκμεταλλεύονται τόσο εύκολα.
Οι Giovanni Arrighi και Beverly Silver λένε στο έργο τους που καλύπτει πέντε αιώνες της ιστορίας του καπιταλισμού, Χάος και τάξη στο σύστημα του μοντέρνου κόσμου, ότι αυτή η κρίση έχει ένα χαρακτηριστικό πολύ διαφορετικό από τις προηγούμενες. Τώρα η πάλη των από-κάτω είναι τόσο ισχυρή που από μόνη της βάζει σε κρίση το σύστημα. Αυτό συνέβη σε όλη τη Λατινική Αμερική, από το Caracazo[2] το 1989 μέχρι τον δεύτερο πόλεμο του φυσικού αερίου στη Βολιβία το 2005 και την Κομούνα της Οαχάκα το 2006. Δεν ήταν οι «αντικειμενικοί νόμοι» αυτοί που οδήγησαν σε κρίση το σύστημα κυριαρχίας, οι άνθρωποι στους δρόμους ήταν αυτοί που κατέστρεψαν το νεοφιλελεύθερο μοντέλο.
Αυτό που ονομάζουμε συστημική κρίση μοιάζει με έναν τυφώνα που μας επηρεάζει όλους και όλες. Δεν υπάρχει λαός ούτε κοινωνική ομάδα που εξαιρείται και πολλά από τα εργαλεία που έχουν κατασκευαστεί κατά τη διάρκεια των αιώνων αντίστασης παραμένουν άχρηστα. Όχι μόνο οι προηγούμενες, οι «ιστορικές» οργανώσεις των από-κάτω, αλλά και ένα μέρος των καινούργιων, αυτά που ονομάζουμε κοινωνικά κινήματα, έχουν μετατραπεί σε καθαυτό σκοπούς, σε ομάδες που καθοδηγούνται από τη λογική της επιβίωσης. Από αδράνεια, ή οποιουσδήποτε άλλους λόγους, ένα μέρος από αυτό που επινοήθηκε για αντίσταση δεν χρησιμεύει για αντίσταση αυτή την περίοδο που όλα αποσυντίθενται. Και ο κόσμος ακόμα αποσυντίθεται. Γι’ αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να επινοήσουμε ξανά τα εργαλεία μας για αντίσταση και καινούργιους κόσμους.
Τι να πούμε για τις θεωρίες, τις ιδεολογίες και τις επιστημονικές αναλύσεις. Οι προβλέψεις των κοινωνικών και πολιτικών «αναλυτών» μοιάζουν αυτή τη στιγμή μετεωρολογικές, και στο μόνο που πέφτουν μέσα είναι να λένε τι ώρα βγαίνει ο ήλιος και το φεγγάρι, όλο το υπόλοιπο είναι αβέβαιο. Οι κοινωνικοί «αναλυτές», όπως φαίνεται, δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη των προγνωστικών τους. Δεν προτάσσουν το σώμα τους μαζί με την ανάλυσή τους.
Τι κάνει ένας καπετάνιος όταν οι χάρτες πλοήγησης εμφανίζονται λανθασμένοι, όταν οι πυξίδες και τα ρολόγια και οι εξάντες δεν δείχνουν με την ακρίβεια του παρελθόντος; Και τι κάνουν οι εξεγερμένοι όταν πια τίποτε δεν μπορεί να αναμένεται από τα Κράτη και τους θεσμούς, τα κόμματα και τις οργανώσεις που μιλούν για αλλαγή και επανάσταση αλλά στην πραγματικότητα ψάχνουν τον καλύτερο τρόπο να βολευτούν σ’ αυτόν τον κόσμο;
Μπορούμε να εμπιστευτούμε την ηθική ως στήριγμα και οδηγό των κινημάτων μας, των επιλογών μας, ως ματσέτα για να ανοίξουμε μονοπάτια;

Είναι δυνατόν να ενώσουμε την ηθική με την πολιτική

Οι Ζαπατίστας προτείνουν να ανοίξει ένας διάλογος/ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την ηθική και την πολιτική. «Είναι δυνατόν να φέρουμε την Ηθική στον πόλεμο;» μας ρωτά ο Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μάρκος στο γράμμα του προς τον Luis Villoro. Μπορούμε να επεκτείνουμε την ερώτηση για να συμπεριλάβουμε την πολιτική. Η Ηθική και η Πολιτική μπορούν να συμπλεύσουν; Δεν είναι τόσο προφανής η απάντηση.
Πώς θα ήταν; Θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί να βάζει μερικές δόσεις ηθικής σε κάποιο από τα κόμματα που κατέχουν υπουργεία; Ή στις αίθουσες των βουλευτών και των γερουσιαστών; Πόση; Μέχρι να γεμίσουν πόσες σελίδες λόγων; Ποια πρέπει να είναι η απαραίτητη δόση ηθικής για να απομακρύνει δεκαετίες πρακτικών που κατευθύνονται από τους μικροπρεπείς υπολογισμούς των κερδών που μετριούνται σε θέσεις, ταξίδια και εξωφρενικούς μισθούς; Είναι φανερό ότι εκεί επάνω η ηθική έχει αποσιωπηθεί ή αποτελεί απλώς λεκτικό επιχείρημα. Είναι δύο διαστάσεις που κατοικούν διαφορετικούς κόσμους και που δεν μπορούν ούτε να συνομιλήσουν ούτε να γίνουν κατανοητοί.
Μια κρύα νύχτα του 1995 ο διοικητής Tacho απευθύνθηκε στο πλήθος στην πλατεία του Σαν Αντρές για να εξηγήσει αυτό που είχε συζητηθεί εκείνη την ημέρα με τους εκπροσώπους της κυβέρνησης, στις συζητήσεις που κατέληξαν τελικά στις Συμφωνίες του Σαν Αντρές. «Μας ζήτησαν να τους εξηγήσουμε τι είναι η αξιοπρέπεια», είπε, προκαλώντας ένα ξέσπασμα γέλιου. Με την ηθική συμβαίνει κάτι αντίστοιχο. Υπάρχει ή δεν υπάρχει, αλλά δεν μπορεί να εξηγηθεί, αν και έχω δει ολόκληρες βιβλιοθήκες να προσποιούνται ότι την αναλύουν.
Η ηθική χρειάζεται έναν άλλον τόπο για να ριζώσει και να ανθίσει. Κι αυτός ο τόπος είναι κάτω και προς τα αριστερά, εκεί όπου έχει γεννηθεί ένας άλλος τρόπος να κάνουμε πολιτική, όπου η λέξη είναι δεμένη με τη ζωή και η ζωή είναι τα ωμά συμβάντα, ούτε μεγάλα ούτε μικρά, τα συμβάντα όλων των ημερών των από κάτω. Αυτή η άλλη πολιτική, γεννιέται στο υπέδαφος για να παραμείνει εκεί, είναι η πολιτική που δεν ψάχνει σκάλες για να φτάσει επάνω αλλά γέφυρες και βάρκες για να φτάσει στους άλλους από κάτω και ανάμεσα στους από κάτω να χτίσει έναν άλλο κόσμο. Αυτή η πολιτική είναι ηθική και μόνο αυτή μπορεί να το κάνει.
Η βάρκα της πολιτικής από-τα-πάνω, που είναι ίδια με την πολιτική αυτών που θέλουν να φτάσουν επάνω, έχει πάνω στο τιμόνι της μια τεράστια πυξίδα που πάντα δείχνει προς έναν βορρά που ονομάζεται πραγματισμός ή ρεαλισμός. Και είναι η τέχνη του να παίζεις με τα δεδομένα που υφίστανται, με την «συσχέτιση δυνάμεων» (το πολυφορεμένο κλισέ της αριστερά από-τα-πάνω), και την πραγματική πραγματικότητα. Ο πραγματιστής και ο ρεαλιστής μετράει με εξαιρετική ακρίβεια την κατάσταση, την ξεσκίζει για να ρουφήξει όλο το χυμό, για να παίξει μαζί της το παιχνίδι της τοποθέτησης των πιονιών του σκακιού στο τραπέζι με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ανάλογα με τα συμφέροντά του. (Βλέπε σχετικά ότι ο πολιτικός από-τα-πάνω δεν διαχωρίζει ανάμεσα στην πολιτική και την οικονομία και χρησιμοποιεί τις ίδιες έννοιες και για τις δύο σφαίρες).
Ο πραγματιστής και ρεαλιστής πολιτικός, όταν οι λαοί ξεσηκώνονται, όταν προτάσσουν το σώμα στις σφαίρες και τα κανόνια του τυράννου, δεν ανοιγοκλείνει ούτε καν το βλέφαρο για το αίμα που χύνεται. Περιορίζεται στο να υπολογίζει ποιοι μπορούν να ωφεληθούν και ποιοι ζημιώνονται από την πτώση του τυράννου και το θρίαμβο των εξεγερμένων. Κάνει τους υπολογισμούς του με την ζέση και την ίδια αηδιαστική αδιαφορία που κάνει και τους εκλογικούς υπολογισμούς.
Παραιτείται, έτσι, από τη δημιουργία ενός νέου κόσμου. Που δεν μπορεί να είναι μια απλή ανατοποθέτηση των ήδη υφιστάμενων πιονιών αλλά κάτι εντελώς άλλο, ένα διαφορετικό παιχνίδι. Το να διαχειρίζεται κανείς αυτό που υπάρχει, το να παίζει με τα πιόνια του συστήματος, σημαίνει να δέχεται τους κανόνες του συστήματος και αυτοί οι κανόνες ονομάζονται, δευτερευόντως, εκλογές. Αρχικά σημαίνει να υποτάσσεται στη βία των από πάνω, αυτό που ονομάζουν μονωπόλιο-της-νόμιμης-βίας. (Οι ζαπατίστας την υφίστανται καθημερινά, είναι μια βία ωμή και δεν αξίζει να επεκταθούμε αυτή τη στιγμή). Η άλλη πολιτική, η ηθική πολιτική, αρνείται τα πιόνια και τους κανόνες του παιχνιδιού που μας θέλει να παίζουμε την πολιτική των από πάνω.
Με ποια πιόνια οργανώνει το παιχνίδι του νέου κόσμου η άλλη πολιτική;
Στην άλλη πολιτική, κάτω και προς τα αριστερά, δεν υπάρχουν πιόνια ούτε παιχνίδι, εκτός και αν την πρόταξη του σώματος ονομάζεται παιχνίδι.

Ηθική είναι η πρόταξη του σώματος
Λένε οι ζαπατίστας ότι η κριτική σκέψη έχει υποχωρήσει εκ νέου μπροστά στην επείγουσα κατάσταση των αποφάσεων της στιγμής. Στη θέση της κερδίζει έδαφος το εκλογικό μάρκετινγκ. Το να σκέφτεσαι κριτικά δεν είναι τίποτε άλλο από το να σκέφτεσαι ενάντια σε σένα τον ίδιο, ενάντια σε αυτό που είμαστε ή κάνουμε, όχι για να σταματήσουμε να είμαστε ή να κάνουμε αλλά για να αναπτυχθούμε και να προχωρήσουμε. Η κριτική σκέψη δεν μπορεί να βολευτεί στον τόπο που έχει κατακτήσει, όσο ενδιαφέρον κι αν έχει αυτός.
Τώρα η αριστερά και οι «διανοούμενοι Petrobras» (αυτοί που επιδοτούνται για τα βιβλία τους από τις προοδευτικές πολυεθνικές και τοποθετούν το logo της εταιρίας στο εξώφυλλο) ασχολούνται με τον εξωραϊσμό των υποτιθέμενων έργων των προοδευτικών κυβερνήσεων. Η «κριτική σκέψη» τους είναι κάτι περισσότερο από περίεργη: ασκούν κριτική στον Ιμπεριαλισμό του Βορρά, σαν μην υπάρχει αντίστοιχος στο Νότο, και στην «ακροαριστερά» η οποία, όπως λένε, εργάζεται για τη δεξιά. Ολόκληροι λαοί έχουν υποταχθεί στην Petrobras[3], που διψάει για κέρδη ώστε να γίνει η πρώτη πετρελαϊκή εταιρεία στον κόσμο (τώρα πια η δεύτερη). Αυτοί οι διανοούμενοι μιλούν για κριτική σκέψη και για χειραφέτηση σαν να μην ξέρουν ότι οι εταιρείες που τους επιδοτούν είναι βαμμένες με αίμα.
Για εμάς η κριτική σκέψη πάντα ήταν και θα είναι αυτοκριτική. Είναι ο τρόπος να επιδιορθώσουμε αυτό που είμαστε, να βελτιωθούμε, να γίνουμε καλύτεροι, πιο αληθινοί. Ποτέ δεν είμαστε ικανοποιημένοι με αυτό που κάνουμε γιατί πάντα θέλουμε να φτάσουμε πιο μακριά. Όχι από ζήλο για τελειότητα ούτε από αντεκδίκηση. Οι από κάτω χρειάζονται αυτή την κινητήρια δύναμη που είναι η κριτική/αυτοκριτική γιατί δεν μπορούν να βολευτούν στον τόπο που κατέχουν σ’ αυτόν τον κόσμο. Δεν είναι μια σκέψη επιστημονική με την ακαδημαϊκή έννοια, επειδή δεν την αξιολογούν οι άλλοι ακαδημαϊκοί αλλά ο ίδιοι οι κοινοί άνθρωποι, οι από κάτω που οργανώνονται σε κινήματα.
Η κριτική σκέψη είναι μια σκέψη σε μετάβαση που δεν τείνει να παγιώνεται αλλά παραμένει η ίδια σε κίνηση και όχι μόνο μαζί με τα κινήματα. Δεν αποτελεί αυτοσκοπό, γιατί οφείλει να υπηρετεί όσους βρίσκονται κυρίως σε αντίσταση οι οποίοι πάντα αντιμετωπίζουν νέες προκλήσεις. Αν όχι, τι νόημα έχει η σκέψη; Δεν γραπώνεται στις ιδέες που διαμορφώνει σε μια δεδομένη στιγμή, είναι πρόθυμη να τις τροποποιήσει επειδή δεν θέλει να έχει δίκιο για είναι κάτι περισσότερο από τους άλλους, θέλει να είναι μαζί με όλους.
Είναι μια σκέψη σε ανοιχτό ουρανό, που γεννιέται και μεγαλώνει κοντά στους χώρους αντίστασης. Δεν χωράει στις ακαδημίες ούτε στα θερμαινόμενα/ψυχόμενα γραφεία και δεν εξαρτάται από προϋπολογισμούς. Εάν είναι αληθινή, αν είναι ειλικρινής και με δέσμευση, προτάσσει το σώμα μαζί με τις ιδέες και τις συλλογιστικές. Δεν σκέφτεται ούτε στέλνει άλλους στο μέτωπο, όπως οι δειλοί στρατηγοί των στρατών που ξοδεύουν εκατομμύρια δολάρια σε drones, αυτά τα αεροπλάνα χωρίς πλήρωμα που καταστρέφουν περιοχές χωρίς να βάλουν σε κίνδυνο τη ζωή όσων επιτίθενται. Για αυτόν που διεξάγει τον πόλεμο, είναι απλώς ένα βιντεοπαιχνίδι: χειρίζονται τα drones από μόνιτορ από άλλη ήπειρο, προς το παρόν από τις ΗΠΑ. Για αυτόν που υποφέρει είναι μια απρόσωπη γενοκτονία.
Η κριτική σκέψη, που είναι μια ηθική σκέψη, δεν μπορεί να είναι ένα βιντεοπαιχνίδι όπου ο πολιτικός βάζει τις ιδέες και οι υπόλοιποι προτάσσουν το σώμα. Στις τελευταίες σελίδες της νουβέλας του Alejo Carpentier, «Ο αιώνας των φώτων», η Σοφία βγαίνει στο δρόμο στη Μαδρίτη που έχει ξεσηκωθεί ενάντια στα στρατεύματα του Ναπολέοντα στις 2 Μαΐου του 1807. Ο Esteban προσπαθεί να την εμποδίσει επειδή αυτό είναι σίγουρος θάνατος: κανόνια και τουφέκια ενάντια σε κραυγές και μαχαίρια. Και οι δύο υποφέρουν από την προδοσία των ιδανικών της Γαλλικής Επανάστασης:
– Πάμε εκεί!
– Μην είσαι ηλίθια, εκεί βομβαρδίζουν. Δεν πρόκειται να κάνεις τίποτε μ’ αυτά τα παλιοσιδερικά.
– Μείνε αν θέλεις. Εγώ πάω!
– Και πας να παλέψεις για ποιον;
– Γι’ αυτούς που έχουν βγει στους δρόμους. Πρέπει να κάνουμε κάτι.
– Τι;
– Κάτι!

Η ηθική ως κριτική σκέψη και το αντίστροφο
Για να πλεύσεις μαζί με το ρεύμα, για να αφεθείς να σε πάρει χωρίς μεγάλη προσπάθεια, δεν χρειάζεται ούτε σκέψη ούτε ηθική. Τι νόημα έχει η κριτική και η ηθική εάν όλα συνίστανται στο να ακολουθείς το ρεύμα; Αν το μονοπάτι έχει χαραχθεί, όπως λέει το τραγούδι ενός φίλου ουρουγουανού, και μας μένει μόνο να το διαβούμε και ο δρόμος είναι μάλιστα κατηφορικός, η κριτική είναι μια ανοησία και η ηθική, στην καλύτερη περίπτωση, διακοσμητικό στοιχείο. Η κριτική μας σπρώχνει να βγούμε από το δρόμο, να ψάξουμε πλαγιές απόκρημνες, να λασπωθούμε μέχρι τα αυτιά. Η ηθική δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τον κομφορμισμό.
Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για εκείνες τις πολιτικές πρακτικές που καθοδηγούνται από ηγέτες που συγκεντρώνουν όλη τη γνώση και όλη την εξουσία και τους οποίους οφείλουμε να ακολουθούμε τυφλά. Όποιος γνώρισε από κοντά την εμπειρία του Serdero Luminoso[4] στο Περού, μπόρεσε να καταλάβει ότι η σχέση ανάμεσα στα «επαναστατικά» αφεντικά και στους στρατευμένους της βάσης αναπαρήγαγε πιστά την κάθετη και αυταρχική σχέση ανάμεσα στους φεουδάρχες ιδιοκτήτες γης και τους εργάτες του αγροκτήματος. Εκεί δεν υπήρξε ποτέ αλλαγή, μόνο αναπαραγωγή των σχέσεων καταπίεσης, που είχαν ως κέντρο το «κόμμα της πρωτοπορίας» και του οποίου οι καπετάνιοι πλοηγούσαν σπρωγμένοι από τον άνεμο της ιστορίας.
«Τίποτα δεν διέφθειρε περισσότερο την γερμανική εργατική τάξη από την ιδέα ότι αυτή κολυμπούσε με το ρεύμα», έγραφε ο Walter Benjamin στις «Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας». Οι γυναίκες και οι ιθαγενείς, που δεν ενσωματώνονταν σ’ αυτή τη μεγάλη Ιστορία, χάραξαν το δικό τους δρόμο κόντρα στο ρεύμα και γι’ αυτό μετατράπηκαν σε υποκείμενα της ζωής τους. Δεν είναι άραγε αλήθεια ότι η εκλογική πολιτική είναι η διάδοχη πίστη αυτής της κομφορμιστικής παράδοσης στην οποία δεν χρειάζεται να προτάξει κανείς το σώμα, μόνο να ρίχνει ένα χαρτί στην κάλπη κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια;
Στη φράση του Benjamin, το υποκείμενο δεν είναι «αυτή», η εργατική τάξη, αλλά η ιστορική κίνηση, όπως σε άλλες εμπειρίες είναι το κόμμα ή ο υπέρτατος ηγέτης. Ο αλάνθαστος. Όσοι προερχόμαστε από τη μαρξιστική/μαοϊκή εμπειρία ξέρουμε κάτι από αυτό. Τα υποκείμενα ποτέ δεν ήταν οι αγρότες με σάρκα και οστά, μόνο ο Μεγάλος Ηγέτης, το Κόκκινο Βιβλίο (ή ήταν πράσινο;) ή η ανώτερη Διεύθυνση. Οι κοινοί άνθρωποι, στους οποίους πάντα αναφερόμαστε ως «μάζα», ήταν αυτό: μαλακή εύπλαστη ύλη για τη Διεύθυνση και/ή τη σωστή πολιτική γραμμή. Στην μάζα ποτέ δεν ξέρουμε να βλέπουμε πρόσωπα, ποτέ δεν εμφανίζεται ένας Γέρο-Antonio ή μια μικρή με το όνομα Patricia, άντρες και γυναίκες αληθινοί με σκέψεις, παραδόσεις, ταυτότητες, με τις οποίες θα θέλαμε να έρθουμε σε διάλογο και να τις κατανοήσουμε. Τα περιορισμένα συγκεκριμένα ονόματα που εμφανίζονται στους βασικούς λόγους του Μεγάλου Ηγέτη είναι ονόματα ξένων ή καλύτερα άλλοι ηγέτες από τα ψηλά. Ποτέ ο κοινός, ποτέ ο από κάτω.
Κατά συνέπεια, καταπιανόμαστε να ακολουθούμε τα βήματα των «μεγάλων», των πραγματικά σημαντικών, των ιστορικών αφεντικών (αρσενικών, φωτισμένων, επιδέξιων στο χειρισμό της ειδικής γλώσσας). Κάθε φράση από τους ηγέτες διαβαζόταν και ξαναδιαβαζόταν μέχρι να βγει κάποιο εξαιρετικό νόημα, κάθε χειρονομία μελετιόταν, κάθε φωτογραφία γινόταν αντικείμενο λεπτομερούς σπουδής, και αυτή η άσκηση –το να κοιτάς πάντα προς τα πάνω– φυλάκισε την ικανότητά μας να βλέπουμε, να ακούμε, να αισθανόμαστε τις χαρές και τους πόνους των από κάτω. Όλων αυτών που δεν διέθεταν έναν εξευγενισμένο λόγο και δεν σύχναζαν στους τόπους και τους τρόπους της εξουσίας. Αυτοί, και αυτές, ήταν τόσο αόρατοι για τους «επαναστάτες» όπως ακριβώς ήταν για τους αυτοκρατορικούς υπαλλήλους. (Αν επεκτείνομαι σχετικά με αυτή την παράδοση δεν είναι επειδή είναι η εξαίρεση, αλλά επειδή πονάει, πληγώνει και το να κρατηθεί ζωντανός αυτός ο πόνος είναι ο μόνος τρόπος που γνωρίζω για να μην επαναληφθεί).
Αυτή η επώδυνη παράδοση φτάνει ως τις μέρες μας και προσλαμβάνει μορφές πολύ πιο ωραιοποιημένες και εξευγενισμένες, απρόσωπες και επιστημονικές. Ανάμεσα στους ακαδημαϊκούς: υπογραφές και στοιχεία αντικειμενικά που αποκρύπτουν την ανθρώπινη ύπαρξη πίσω από γραφήματα και στατιστικές. Δεν υπάρχει, αλήθεια, κάτι κοινό ανάμεσα σε όλες τις μορφές της πράξης και της σκέψης που αποκρύπτουν τον ανθρώπινο πόνο;
Αν είναι αλήθεια, όπως λέει ο Benjamin, ότι η καθημερινή ζωή των καταπιεσμένων είναι μια μόνιμη «κατάσταση εξαίρεσης», και για να το διαπιστώσει κανείς αρκεί να επισκεφθεί μια ιθαγενική κοινότητα ή οποιαδήποτε γειτονιά σε οποιαδήποτε αστική περιφέρεια στην Λατινική Αμερική, προκύπτει μια επιτακτική ηθική ανάγκη. Δεν είναι δυνατό να σκέφτεται κανείς κριτικά και απ’ έξω την κατάσταση εξαίρεσης, μακριά από τον τόπο όπου ασκείται η γυμνή εξουσία της φυσικής βίας. Για να κρατηθεί αυτή η απόσταση, για να μιλήσει κανείς στο όνομα των από κάτω, έχουν φτιαχτεί οι Οργανισμοί Ανάπτυξης. Στο εξής, το κριτικό πνεύμα θα γεννιέται από τις συνθήκες που μας επιβάλλει η κατάσταση εξαίρεσης, διαφορετικά δεν θα είναι πνεύμα ηθικό.
Θα πουν ότι έτσι χάνεται η αναγκαία απόσταση για να ασκήσει κανείς κριτική. Σ’ αυτό το σημείο υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά, που σχετίζεται με τον τρόπο που παράγεται γνώση: από ποια αφετηρία και σε ποιες συνθήκες κανείς μιλάει, σκέφτεται ή γράφει. Υπάρχουν δύο εναλλακτικές. Ή οι από κάτω αποτελούν την δικαιολογία ώστε οι άλλοι να κάνουν πολιτική ή να αναπτύσσουν θέση ή και τα δύο αναπτύσσονται σε συνεργασία, με συλλογική εργασία, με τους από κάτω. «Δεν θέλουμε να συνεχίσουμε να είμαστε σκάλες για εσάς», φωνάζουν οι βολιβιάνοι aymaras[5] στους πολιτικούς από πάνω, στους δεξιούς, στους αριστερούς και τώρα επίσης και στους «πολυεθνιστές» πολιτικούς, οι οποίοι αποτελούν την τελευταία παγίδα που γεννήθηκε για να παρασιτήσει στα κινήματα.
Η μεγαλύτερη φιλοδοξία που μπορούμε να έχουμε οι στρατευμένοι, οι διανοητές, οι συγγραφείς ή όποιοι είμαστε…, είναι να σταματήσουμε να είμαστε αυτό που είμαστε. Και οι άλλοι να μας πλημμυρίσουν, να μας ξεπεράσουν, να μετατραπούμε σε συλλογικούς διανοητές, συλλογικούς συγγραφείς, στρατευμένους που κυβερνούν υπακούοντας, που «εκμηδενίζουν το πεδίο της πραγμάτωσής τους», όπως έλεγε η επιστολή του Luis Villoro. Ποια μεγαλύτερη χαρά από μια σκέψη που εξαπολύεται στον άνεμο, που φτάνει να ενσαρκώνει τις πιο διαφορετικές συλλογικότητες, που την ενισχύουν, την εμπλουτίζουν και την τροποποιούν μέχρι να γίνει αγνώριστη η καταγωγική της ρίζα, την μετατρέπουν σε κληρονομιά όλων!
Εδώ παρουσιάζονται μερικές ιδέες ανοργάνωτες, γραμμένες πάνω στην έξαψη της οργής που προκαλεί η ανικανότητα να συνειδητοποιήσουμε με ποιον τρόπο η εξέγερση των λαών γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης από την αγορά των γεωπολιτικών συμφερόντων.
Χαιρετισμούς στους ιθαγενείς τσιαπανέκος που μας διδάσκουν ότι είναι δυνατόν να νικηθεί ο φόβος συλλογικά.

Raúl Zibechi
Montevideo, Μάρτιος 2011


Σημειώσεις

[1] Σ.τ.Μ.: León Felipe Camino Galicia (11 Απριλίου 1884 – 17 Σεπτεμβρίου 1968): ισπανός ποιητής.
[2] Σ.τ.Μ.: Caracazo ή sacudón ήταν το όνομα που δόθηκε στις λαϊκές διαδηλώσεις, τις εξεγέρσεις και τις επακόλουθες σφαγές στις 27 Φεβρουαρίου 1989 στο Καράκας, πρωτεύουσα της Βενεζουέλα, και τις γύρω πόλεις.
[3] Σ.τ.Μ.: Petróleo Brasileiro S.A. ή Petrobras: πολυεθνική εταιρεία ενέργειας με έδρα τη Βραζιλία.
[4] Σ.τ.Μ.: Κομμουνιστική Οργάνωση στο Περού (Κομμουνιστικό Κόμμα του Περού – Serdero Luminoso) με μαοϊκή πολιτική γραμμή με βασική δράση κυρίως ανάμεσα σε 1980-1992. Μετά το 1992 η παρουσία της οργάνωσης είναι πολύ εξασθενημένη.
[5] Σ.τ.Μ.: Ιθαγενικές κοινότητες στα υψίπεδα των Άνδεων (σχ. στο: http://unca.galeon.com/).

Πηγή: Περιοδικό Rebeldia, 77, Μάιος 2011, σσ. 51-57 (γλώσσα: ισπανικά). Διαθέσιμο επίσης στο internet στα ισπανικά: http://caminatuspensamientos.blogspot.com/2011/05/etica-y-politica-tender-puentes-no.html

Μετάφραση: Ratnet, 2011

Posted in 2. Διαβάσαμε | Leave a comment

Παρασκευή 18 Φλεβάρη, 20:30 No Ticket Cinema: Μαύρος Κύκνος του Νταρέν Αρονόφσκι

Την Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου στις 20.30 θα προβληθεί στο Αυτόνομο Στέκι η ταινία “Μαύρος Κύκνος” του Ντάρεν Αρονόφσκι (2010)

Posted in 5. Προβολές | Leave a comment

Για τον αγώνα των εργατών μεταναστών

Ο διαγωνισμός πλειοδοσίας σε φρόνημα δημοκρατικής νομιμότητας στον οποίο επιδόθηκαν όλες σχεδόν οι θεσμικές πολιτικές δυνάμεις, με αφορμή την κατάληψη της Νομικής σχολής από τους 250 απεργούς πείνας μετανάστες εργάτες, και η ευαισθησία που επέδειξαν στην υποτιθέμενη καταρράκωση του θεσμού του πανεπιστημιακού ασύλου, αποκαλύπτει αν μη τι άλλο ότι η ατζέντα στον δημόσιο διάλογο καθορίζεται εν πολλοίς από τις πιο συντηρητικές και μισαλλόδοξες αντιλήψεις, εκφραστής των οποίων δεν είναι, όπως πολλοί θέλουν να πιστεύουν, αποκλειστικώς η άκρα Δεξιά.

Εκστομίστηκαν τέρατα όλες αυτές τις μέρες. Από τον «εκβιασμό» και τη «βεβήλωση» ως τη «λάθος επιλογή», το φάσμα των επικρίσεων περιλαμβάνει όλες εκείνες τις αποχρώσεις που καθιστούν τις διαφορές πολύ αδρά διακριτές όταν πρόκειται για τον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικές δυνάμεις αντέδρασαν στα γεγονότα. Αρχικώς, πριν ξεσπάσει η συντονισμένη συκοφαντική επίθεση της κυβέρνησης και των μμε, κάποιοι προσπάθησαν να ανοίξουν μια ουσιαστική συζήτηση για τον αγώνα των μεταναστών. Άλλαξαν όμως ρότα μόλις το κλίμα βάρυνε επικίνδυνα και άρχισαν να μασάνε τα λόγια τους στα τηλεοπτικά πάνελ, ότι ναι μεν, αλλά, ότι «ήταν λάθος» που εν τέλει ίσως και να κοστίσει αντί να ωφελήσει κ.λπ. κ.λπ.. Ακόμα κι εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις, όπως ο ΣΥΝ, που είδαν με κάποια συμπάθεια τον αγώνα των μεταναστών εργατών, ανέκρουσαν πρύμνα και συντάχθηκαν με την «κοινή γνώμη», την οποία τα μμε παρουσίασαν αγανακτισμένη με τα όσα συμβαίνουν.

Τα συντηρητικά ανακλαστικά της κοινωνίας, τα οποία οδήγησαν την πλειοψηφία να στοιχηθεί άρδην πίσω από το νόμο και το κράτος παρά τα εκτεταμένα φαινόμενα ανυπακοής και απείθειας που όψιμα επιδεικνύει, λειτούργησαν αυτοματικά υπερσκελίζοντας τις αντιπαλότητες, και συσπείρωσαν εχθρούς και φίλους απέναντι στον άλλο, τον ξένο. Αναμφίβολα, όπως όλα δείχνουν, η ρητορική της άκρας Δεξιάς έχει ισχυρά ερείσματα στη διάχυτη ξενοφοβία που ενδημεί στην ελληνική κοινωνία. Τα στερεότυπα αυτής της ξενοφοβίας ενισχύει ο λανθάνων λόγος της εξουσίας, που παρά τις διακηρύξεις των κυβερνώντων περί «προοδευτικής μεταναστευτικής πολιτικής» βλέπει τους μετανάστες ως «μη έχοντες πολιτισμό» (Άννα Νταλάρα, αρμόδια υφυπουργός για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής), ή ως μη αρκούντως «γνήσιους Έλληνες» οι οποίοι δεν δικαιούνται πολιτογράφησης (γνωμοδοτική επιτροπή του Συμβουλίου της Επικρατείας), και, πάνω απ’ όλα, ως «εισβολείς λαθρομετανάστες».

Το πανεπιστημιακό άσυλο και η δήθεν κατάλυσή του ήταν η πρόφαση και όχι το πραγματικό επίδικο. Συγκαλυμμένος πίσω από τις κορώνες περί νομιμότητας και σεβασμού των δημοκρατικών ελευθεριών υφέρπει ο δηλητηριώδης ρατσιστικός λόγος, με θετική ή αρνητική μορφή και έκφραση. Είτε ως καταπατητές είτε ως ικέτες, οι μετανάστες εργάτες απεργοί πείνας αντιμετωπίστηκαν σχεδόν απ’ όλους ως ετεροπροσδιοριζόμενα υποκείμενα που υποκινήθηκαν βάσει σχεδίου που αποσκοπούσε στην ένταση από τη μια, ή ως υποχείρια κοντόθωρων πολιτικών σχεδιασμών από την άλλη, ή, ακόμα, ως θύματα ανεύθυνου χειρισμού και διαμεσολάβησης του δίκαιου κατά τ’ άλλα αγώνα τους…

Οι αλληλέγγυοι και όσοι ενεπλάκησαν βοηθώντας στην οργάνωση της απεργίας αντιμετωπίστηκαν με καχυποψία, με χλεύη και με εχθρότητα από τα μμε, που υποτίθεται ότι αντικαθρεφτίζουν την κοινή γνώμη, και με δικαστικές διώξεις από το κράτος. Εξίσου επικριτική στάση κράτησε και μερίδα του κινήματος, αν και αυτή διατυπώθηκε περισσότερο σαν εξορκισμός των χειρισμών εκείνου του κομματιού της Αριστεράς που ευθύς εξαρχής έδειξε ενεργά αλληλεγγύη στον αγώνα των μεταναστών παρά σαν καταδίκη αυτής καθαυτής της ενέργειας. Όσοι τάχτηκαν από την αρχή στο πλευρό των απεργών και τους βοήθησαν να οργανώσουν τον αγώνα τους καλούνται τώρα να απολογηθούν γιατί υποστήριξαν εμπράκτως τις πολιτικές τους επιλογές και πεποιθήσεις. Στις συμπληγάδες κοινωνίας, «συντρόφων» και κράτους συνθλίβονται όχι μόνον η αλληλεγγύη και η στοιχειώδης συνέπεια αλλά και η ίδια η ουσία του ακηδεμόνευτου αγώνα των μεταναστών εργατών για τα δικαιώματα και την αξιοπρέπειά τους.

Είναι φυσικό το κράτος να έχει θορυβηθεί από την απειλή που αναγνώρισε στον συγκεκριμένο αγώνα των μεταναστών εργατών. Εξ αρχής διαφάνηκε ότι η αποφασιστικότητα και τα αιτήματα των απεργών πείνας θα μπορούσαν να αποτελέσουν θρυαλλίδα απρόβλεπτων εξελίξεων και αλυσιδωτών αντιδράσεων, με επίκεντρο τη μεταναστευτική πολιτική του ελληνικού κράτους. Προκειμένου να υποβαθμιστεί το περιεχόμενο του αγώνα τους, η προσοχή κατευθύνθηκε τεχνηέντως στο «πού» και όχι στο «πώς» και το «γιατί» επέλεξαν οι απεργοί πείνας μετανάστες εργάτες να διεκδικήσουν από το κράτος τη νομιμοποίηση όλων των μεταναστών που ζουν και εργάζονται στη χώρα, ή που εγκλωβισμένοι εδώ διεκδικούν το δικαίωμα στην ελεύθερη μετακίνηση. Θέτοντας το ζήτημα της νομιμοποίησης συνολικά, οι απεργοί πείνας μετανάστες εργάτες απαιτούν από το ελληνικό κράτος να εγκαταλείψει την τακτική της στρουθοκαμήλου που όλα αυτά τα χρόνια ακολουθεί και να αναγνωρίσει εδώ και τώρα το αυτονόητο: ότι αυτοί οι άνθρωποι που βρέθηκαν σε αυτόν τον τόπο κατ’ επιλογήν ή κατ’ ανάγκην δικαιούνται να αποκτήσουν νόμιμη υπόσταση. Η μετατόπιση της συζήτησης από το μεταναστευτικό στο άσυλο απλώς επιβεβαιώνει ότι ο στρουθοκαμηλισμός της ελληνικής πολιτείας δεν είναι δείγμα αδυναμίας αλλά συνειδητή πολιτική επιλογή. Πράγματι, όπως έχει επισημανθεί, οι διάφορες μορφές προσωρινής και υπό όρους νομιμοποίησης χρησιμοποιούνται ως μέσο ελέγχου και πειθάρχησης της φτηνής εργατικής δύναμης. Κάνει τα στραβά μάτια στο εκρηκτικό αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί, με θύματα κυρίως τους μετανάστες που παραμένουν όμηροι του παραλογισμού, διότι εξυπηρετούνται ταυτοχρόνως ποικίλα κρατικά συμφέροντα, τόσο σχέσεων με τους εταίρους της ΕΕ και πίεσης προς τον άσπονδο εξ ανατολάς εχθρό, την Τουρκία, όσο και συντήρησης συγκεκριμένων μηχανισμών κερδοφορίας του ελληνικού κεφαλαίου.

Ανάλογη είναι εν πολλοίς και η υποκρισία όλων εκείνων που αρνούνται να αποδεχτούν το γεγονός ότι έχουν βρεθεί στον πάτο του κοινωνικού βαρελιού. Αυτών που έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα από τη βίαιη αναδιάρθρωση του ελληνικού καπιταλισμού και του κράτους, και που αναζητούν τα εξιλαστήρια θύματα για τη δική τους δεινή κατάσταση όχι στην εγχώρια ληστρική ελίτ και στους συνεταίρους της αλλά στους μετανάστες. Είναι όλοι όσοι έχουν πειστεί ότι «δεν χωράνε άλλοι» στη χώρα, ότι η εγκληματικότητα, η ανεργία, η ένδεια και η υποβάθμιση της καθημερινής ζωής είναι λίγο πολύ φαινόμενα που οφείλονται στο ότι «έχουμε γίνει ξέφραγο αμπέλι» όπου βρίσκουν εύκολα καταφύγιο οι κολασμένοι όλου του κόσμου. Είναι οι ίδιοι που ενώ τους χτυπάνε κατακέφαλα νομίζουν ότι το αξίζουν, ότι θα πρέπει να θυσιαστούν για να «σωθεί η πατρίδα». Είναι αυτοί που δεν βλέπουν πόντο πέρα από τη μύτη τους και που θα κουνηθούν μόνο όταν πιάσει φωτιά ο δικός τους κώλος. Αν σηκώνουν ενίοτε μπαϊράκι και αψηφούν μερικώς το κράτος και τους νόμους είναι γιατί βλέπουν παντού προδότες και δωσίλογους που απεργάζονται με την αρωγή «ξένων κέντρων» τον «αφανισμό του έθνους».

Πριν σβήσουν μια και καλή τα φώτα του ξέφρενου πάρτι, και προτού η «ισχυρή ελληνική οικονομία» παρουσιάσει τα συμπτώματα της ενδημικής ασθένειας που έγινε το άλλοθι για την επιβολή μιας άνευ προηγουμένου εντατικής θεραπείας-σοκ, η εκμετάλλευση των μεταναστών ήταν κοινά αποδεκτή και ευρέως διαδομένη. Οι μετανάστες υλοποίησαν την φαντασίωση κοινωνικής ανόδου που πάντα ταλάνιζε τα κατώτερα και τα μικρομεσαία κοινωνικά στρώματα, αφού έγιναν η υπο-τάξη από την οποία όλοι μπορούσαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να ωφεληθούν, και πάνω απ’ όλα, όλοι ένιωθαν ότι ήταν εμφανώς ανώτεροι από τους «κακομοίρηδες». Γέμισε ο τόπος μικρά αφεντικά και γερμανικά αυτοκίνητα. Η διάχυτη ευωχία συντηρήθηκε με δανεικά, με φουσκωμένες πιστωτικές κάρτες και δημόσια ελλείμματα, αλλά έγινε εφικτή μόνο χάρη στην αναπτερωμένη φαντασίωση της κοινωνικής ανόδου. Φτηνά εργατικά χέρια, αναλώσιμα σώματα χωρίς φωνή και δικαιώματα, οι μετανάστες ανέλαβαν τις εργασίες που κανένας δεν ήθελε να κάνει: στα χωράφια και στα θερμοκήπια, στις οικοδομές, στη βιοτεχνία, στα νοσοκομεία, στα νοικοκυριά, στα μπουρδέλα και στις πιάτσες. Τόνωσαν τη γη, την οικονομία και την βιομηχανία του σεξ της χώρας, βγάζοντάς την από το μαράζι.

Όταν ζόρισαν τα πράγματα, και τα φληναφήματα των πολιτικών σκορπίσανε στη θύελλα της κρίσης μαζί με την ψευδαίσθηση της ευμάρειας, από φτηνό εργατικό δυναμικό προς εκμετάλλευση οι μετανάστες έγιναν βάρος, αν όχι απειλή. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως μέχρι τότε η συμβίωση μαζί τους ήταν ειδυλλιακή, επικρατούσε ωστόσο η ανοχή και η συνένοχη χρησιμοθηρία. Το ασυγκράτητο μεταναστευτικό κύμα που προκάλεσαν οι πόλεμοι, οι φυσικές(;) καταστροφές και η φτώχεια αύξησε τον όγκο των ροών και διαφοροποίησε τη σύνθεση των πληθυσμών των μεταναστών. Οι ανέστιοι, χωρίς χαρτιά μετανάστες πολλαπλασιάστηκαν και κατέκλυσαν το κέντρο των πόλεων, στοιβαγμένοι όπως όπως σε υπόγεια διαμερίσματα, σε εγκαταλελειμμένα κτίρια, στις πλατείες και τους δρόμους. Η εικόνα του μετανάστη εγκληματία, που τόσα χρόνια επανέρχεται στερεοτυπικά στα μμε, εντυπώνεται ανεξίτηλα στο συλλογικό φαντασιακό, αποτελώντας πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη της ακροδεξιάς ρητορικής. Τα πογκρόμ που εξαπέλυσαν οι «αγανακτισμένοι πολίτες» σε αγαστή συνεργασία με την αστυνομία, υπό τη σκέπη και την διακριτική ανοχή του κράτους, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν μεμονωμένα περιθωριακά φαινόμενα: είναι έκφραση εκβαρβαρισμού της κοινωνίας υπό συνθήκες αγωνιώδους άγχους και πανικού.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο αγώνας μέχρις εσχάτων που ξεκίνησαν οι 300 μετανάστες εργάτες βάζοντας σε κίνδυνο τη ζωή τους, ακριβώς για να αρνηθούν τη «γυμνή ζωή», βρήκε γυρισμένες τις πλάτες της πανικόβλητης κοινωνίας. Αντί ο αγώνας αυτός να βρει υποστηρικτές ανάμεσα στους προλετάριους όπως εκ των πραγμάτων του αρμόζει, διαδραματίζοντας ενεργό ρόλο στην ανασύνθεση ενός πολιτικά αποτελεσματικού ανταγωνιστικού κινήματος, αν μη της εργατικής τάξης, αφέθηκε έρμαιο στη δίνη των μμε, βορά στα δόντια των συκοφαντών της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που τρέμουν όσο τίποτε άλλο τους ακηδεμόνευτους, αυτόνομους αγώνες από τα κάτω, που όπως δείχνουν οι ραγδαίες εξελίξεις και οι ανατροπές στα καθεστώτα της Βόρειας Αφρικής δεν έχουν πει την τελευταία λέξη.

Και όμως, είναι η ίδια η αποφασιστικότητα των απεργών πείνας και του αγώνα τους που σπάει το τοίχος της εχθρότητας και της αδιαφορίας που τόσο έντεχνα προσπάθησαν να οικοδομήσουν γύρω τους μμε και κυβέρνηση. Τα μηνύματα αλληλεγγύης και συμπαράταξής με τα αιτήματα των μεταναστών όλο και αυξάνονται, δράσεις αλληλεγγύης και αντιπληροφόρησης  γίνονται σ’ ένα σωρό πόλεις και γειτονιές, δεκάδες άνθρωποι περνάνε καθημερινά από το κτήριο της Ηπείρου εκφράζοντας έμπρακτά την υποστήριξή τους.

Σταγόνες στον ωκεανό; Ίσως, μα οι σταγόνες μερικές φορές μπορούν να ταράξουν τα λιμνασμένα νερά του διάχυτου κοινωνικού ρατσισμού.

ΟΙ ΠΑΠΠΟΥΔΕΣ ΜΑΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΜΑΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ

ΕΜΕΙΣ ΡΑΤΣΙΣΤΕΣ;

Αυτόνομο Στέκι

autonomo_steki@yahoo.gr

//autonomosteki.espivblogs.net/

Posted in 0. Προκηρύξεις, έντυπα και εισηγήσεις | Leave a comment

Ομάδα ανάγνωσης/ αυτομόρφωσης -ανακοίνωση

Ομάδα ανάγνωσης/ αυτομόρφωσης για το βιβλίο του Pierre  Clastres: «Ανθρωπολογία της βίας», στα πλαίσια της Αυτοδιαχειριζόμενης Δανειστικής Βιβλιοθήκης.

Την Πέμπτη 17-2 στις 18.00, στο Αυτόνομο Στέκι Ζ. Πηγής 95-97 & Ισαύρων, θα ξεκινήσει η ομάδα ανάγνωσης/ αυτομόρφωσης σε σχέση με το βιβλίο του Pierre Clastres: «Ανθρωπολογία βίας». Η ομάδα θα είναι ανοικτή πέρα από τα μέλη της ΑΔΒ, αρκεί να δηλωθούν συμμετοχές στο πρώτο αυτό μάζεμα.

 

Posted in 6. Βιβλιοθήκη | Leave a comment

Συναυλία Αλληλεγγύης στους 300 μετανάστες απεργούς πείνας


Posted in 9. Άλλων | Comments Off on Συναυλία Αλληλεγγύης στους 300 μετανάστες απεργούς πείνας

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΩΝ ΑΠΕΡΓΩΝ ΠΕΙΝΑΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ


Διανύοντας τη 12η μέρα απεργίας πείνας, θέλουμε για άλλη μια φορά να ξεκαθαρίσουμε το τοπίο γύρω από τον σκληρό αγώνα που αποφασίσαμε να κάνουμε για αξιοπρεπή ζωή.

Τώρα που σταμάτησε ο πόλεμος της λάσπης και των ψεμάτων, που κατέκλυσαν τα ΜΜΕ τις πρώτες μέρες της απεργίας πείνας στη Νομική, τώρα που η παραπλανητική κουβέντα για το πανεπιστημιακό άσυλο μπήκε στην άκρη, τώρα που Ελληνες σύντροφοί μας διώκονται σχεδόν σαν δουλέμποροι, τώρα που ακόμα και υπουργοί παραδέχονται κάποια από τα δίκια μας, ήρθε η ώρα νʼ ακουστεί δυνατά το δίκαιο αίτημά μας για νομιμοποίηση, για να μπει ένα τέλος στην πολύχρονη εκμετάλλευσή μας στην Ελλάδα.

Δηλώνουμε ξανά σε όλους τους τόνους και προς κάθε πλευρά, ότι ζούμε χρόνια στην Ελλάδα, ότι δουλεύουμε ανασφάλιστοι και με μεροκάματα πείνας. Ηρθαμε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και ξεκινήσαμε αυτόν τον αγώνα, γιατί δεν πάει άλλο. Κι αυτή η απόφαση είναι όλη δική μας, εμάς των 300 και όλων των άλλων μεταναστών που μας εμπιστεύθηκαν νʼ αγωνιστούμε γιʼ αυτή.

Δεν θα σταματήσουμε αυτή την απεργία πείνας ό,τι και αν συμβεί σε μας, στην υγεία μας και τη ζωή μας. ʽΗ θα φύγουμε σαν αξιοπρεπείς άνθρωποι με ψηλά το κεφάλαι και με εγγυήσεις ότι θα ζούμε νόμιμα και με δικαιώματα ή αλλιώς δεν έχουμε λόγο να ζούμε.

Ο αγώνας μας είναι αγώνας και όλων των Ελλήνων συναδέλφων μας. Τους καλούμε για άλλη μια φορά να σταθούν δίπλα μας και στο ύψος των περιστάσεων.

Καλούμε την κυβέρνηση να σταματήσει την αδιαλλαξία απέναντί μας και να προχωρήσει στα αυτονόητα. Είμαστε εργαζόμενοι στην Ελλάδα και ή θα μας αντιμετωπίσει ως τέτοιους ή να δώσει εντολή για κατασκευή 300 φερέτρων.

5 Φεβρουαρίου 2011

12η μέρα απεργίας πείνας

Posted in 9. Άλλων | Comments Off on ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΩΝ ΑΠΕΡΓΩΝ ΠΕΙΝΑΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ

ΕΜΕΙΣ ΕΔΩ ΤΩΡΑ, ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ


(Μια προσπάθεια ανάλυσης για τις δυνατότητες  του Ανταγωνιστικού Κινήματος να συγκροτήσει περάσματα που να ξεπερνάνε την αντίσταση στα νέα μέτρα… )

 

«πάρε τηλέφωνο την μοναξιά σου ή βγες στους δρόμους της φωτιάς»

  • Το κείμενο αυτό έχει γραφτεί πολύ πριν τις εξεγέρσεις των λαών στις χώρες του Μαγρέμπ και της Μέσης Ανατολής και δεν λαμβάνει υπόψη του την τεράστια σημασία που έχουν για τους από κάτω όλου του κόσμου.

Ο βαθύς  μετασχηματισμός του ελληνικού καπιταλισμού, μέσα στα πλαίσια της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, είναι ακόμα στην αρχή του. Τα πρώτα μέτρα που πέρασε την άνοιξη η κυβέρνηση είναι ο πρόλογος ριζικών ανατροπών προς όφελος των εξωτερικών δανειστών και του μεγάλου κεφαλαίου. Το πρώτο κύμα της επίθεσης είχε ως βασικό του στόχο την μείωση του άμεσου και έμμεσου μισθολογικού κόστους (μείωση αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων, κατακρεούργηση των συντάξεων, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, απελευθέρωση των απολύσεων, κατάργηση των ΣΣΕ…). Οι επιθέσεις που έχουν ήδη ξεκινήσει μέσα στο 2011 έχουν πολύ πιο βαθύ και ισοπεδωτικό χαρακτήρα και θα αφορούν ευρύτερα κοινωνικά στρώματα που θα ξεπερνούν κατά πολύ αυτά της μισθωτής εργασίας.

Η σιγουριά και η αυτοπεποίθηση που δείχνει η κυβέρνηση, μέσα σε συνθήκες διευρυμένης κοινωνικής οργής και απαξίωσης του πολιτικού συστήματος, δεν οφείλεται μονάχα στην καθολική στήριξη από το σύνολο των ΜΜΕ και του κεφαλαίου.  Είναι πρωτίστως η έλλειψη μιας σαφούς εναλλακτικής στρατηγικής, ανταγωνιστικής προς τον καπιταλιστικό μονόδρομο, που επιτρέπει στο κυβερνητικό επιτελείο να προχωράει ακάθεκτο την επιβολή της «θεραπείας σοκ» στην ελληνική κοινωνία.

Η αριστερά μοιάζει να παραμένει εγκλωβισμένη στα όρια του πολιτικού συστήματος και η όποια εναλλακτική πρότασή της φαντάζει αναποτελεσματική και ανεφάρμοστη στα πλαίσια του υπάρχοντος. Αν και στο σύνολό της (εξαιρούμε το ΔΗ.ΑΡΙ. το οποίο αποτελεί ένα ακόμα μέλος της «συμμαχίας των πρόθυμων») αντιτάχθηκε στο μνημόνιο και στον μονόδρομο της κοινωνικής χρεοκοπίας, κινείται σταθερά γύρω από την τροχιά της «υπεράσπισης των κεκτημένων», αναπαράγοντας μια συνολικότερη αντίληψη κλαδικών αγώνων, με περιορισμένο εύρος αιτημάτων, που δεν μπορούν να συγκροτήσουν ευρύτερες κοινωνικές συμμαχίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αγώνες των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ, την υγεία, την παιδεία κλπ, όσο και εάν τονίζουν στα λόγια τον κοινωνικό χαρακτήρα των υπηρεσιών τους, αυτό δεν αντανακλάται στις μορφές και το περιεχόμενο των κινητοποιήσεων τους και γι’ αυτό παραμένουν απομονωμένοι από τους φυσικούς τους συμμάχους, τους χρήστες αυτών των υπηρεσιών.  Ο Α/Α χώρος πάρα την σημαντική συμβολή του στους κοινωνικούς αγώνες, παρά την σημαντική αναβάθμιση και την διευρυμένη παρουσία του σε ολόκληρη πλέον τη χώρα, δεν φαίνεται να έχει αυτή την στιγμή εκείνες τις συγκροτήσεις δομών και περιεχομένου, που θα του επέτρεπαν να κάνει ένα ποιοτικό άλμα και να αποτελέσει τον πόλο συσπείρωσης ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών διαδικασιών, ικανών να αποτελέσουν το «αντίπαλο δέος» απέναντι στην στρατηγική που το κεφάλαιο προωθεί με όχημα την κυβέρνηση Παπανδρέου και την τρόικα.

Όσο και εάν ακούγεται πολύ μεγαλόστομο η ελλάδα αυτή τη στιγμή βρίσκεται πραγματικά στο επίκεντρο μιας παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και έχει γίνει αυτή την στιγμή το πεδίο πειραματισμού για τις επιλογές του κεφαλαίου που ξεπερνάνε κατά πολύ το ρόλο της μέσα στον παγκόσμιο καταμερισμό του κεφαλαίου. Προφανώς αυτό το «φόκους» στην ελληνική πραγματικότητα δεν έχει να κάνει με το μέγεθος ή τον ρόλο της ελληνικής οικονομίας, αλλά με παράγοντες που έχουν να κάνουν με την δομή του ελληνικού χρέους (το 70% σε τράπεζες της Γαλλίας και της Γερμανίας), την δομή της ελληνικής οικονομίας ( μεγάλο ποσοστό αυτοαπασχολούμενων, μεγάλο ποσοστό μικρής ιδιοκτησίας, ιδιοκατοίκηση, ιδιοκτησία και δεσμοί με την ύπαιθρο, έλλειψη παράδοσης «κοινωνικού κράτους») και τις δυνατότητες για μεγαλύτερη καπιταλιστική αξιοποίηση, εάν χτυπηθεί η ικανότητα  αυτοαξιοποίησης των μικρομεσαίων στρωμάτων, την δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί η εξωτερική απειλή (πχ μια ελληνοτουρκική διένεξη) ως μέσο εσωτερικής πειθάρχησης.

Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε και τον παραδειγματικό ρόλο που θα είχε για τους λαούς της ευρώπης η απρόσκοπτη εφαρμογή των μέτρων στην ελλάδα. Όσο και εάν αντηχεί παράξενα στα αυτιά μας αυτή την στιγμή στην ελλάδα, για μια σειρά λόγους, τόσο ο ευρύτερος αντικαπιταλιστικός χώρος (Αριστερά, Α/Α κλπ), όσο και μια σειρά από κοινωνικά κινήματα είναι από τα πιο ανεπτυγμένα και μαχητικά στην υπόλοιπη ευρώπη. Ακόμη και εάν δεχτούμε ότι αυτή η αίγλη που έχει στα μάτια των ευρωπαίων το ελληνικό κίνημα δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, η έκβαση της αναμέτρησης με τις επιλογές του κεφαλαίου θα έχει τεράστια σημασία για την επέκταση της ίδιας στρατηγικής και σε άλλες χώρες της ευρώπης ή για την γενίκευση της αμφισβήτησης του καπιταλισμού,  πράγμα που τα διάφορα επιτελεία δεν φαίνεται να το παραβλέπουν καθόλου. Αυτή τη σχέση όμως πρέπει να την δούμε αμφίδρομα, έχει μεγάλη σημασία για την  έκβαση των αγώνων εδώ το πόσο θα μπορέσουμε να εμπνεύσουμε το πνεύμα της αντίστασης και της ανατροπής στους υπόλοιπους λαούς της ευρώπης. Μπορεί να  ακούγεται υπερφίαλο, αλλά αυτό πρέπει να είναι τόσο ένας από τους βασικούς στόχους όσο και κριτήριο του αντικαπιταλιστικού αγώνα στην ελλάδα.

Δεν πρέπει από την μεριά μας να περιορίσουμε τον ορίζοντα της κριτικής μας και άρα της δράσης μας στο οικονομικό επίπεδο. Είναι φανερό ότι ο μετασχηματισμός της ελληνικής πραγματικότητας εκτός από το οικονομικό πεδίο προεκτείνεται και στο πολιτικό. Έχουμε μια διάρρηξη των αντιπροσωπευτικών συναινέσεων, όπως τις γνωρίσαμε από την μεταπολίτευση και μετά. Μέσα στο νέο πλαίσιο που διαμορφώνεται η άσκηση της κρατικής εξουσίας στηρίζεται όλο και πιο λίγο στα αντιπροσωπευτικά άλλοθι του κοινοβουλευτισμού και αποκτά όλο και πιο πολύ το χαρακτήρα μιας διεκπεραιωτικής  εξουσίας που εκτελεί αποφάσεις που παίρνονται σε κέντρα εκτός της πολιτικής σφαίρας. Από την αποδοχή του ίδιου του πρωθυπουργού ότι η κυβέρνηση του δεν έχει παρά διεκπεραίωτικό χαραχτήρα, μέχρι την αλλαγή του εκλογικού συστήματος, αλλά και την ρητορεία ότι η αριστερά (και μάλιστα η κοινοβουλευτική!) κινείται στα όρια της νομιμότητας αναγνωρίζουμε τα σημάδια της διολίσθησης προς μια νέα μορφή άσκησης της κυβερνητικής εξουσίας, η οποία δεν αντλεί την νομιμοποίησή της από την αντιπροσωπευτική διαδικασία, αλλά από την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που διαμορφώνει η ίδια η κρίση. Ήδη ο κατασταλτικός ρόλος του κράτους αναβαθμίζεται, χωρίς το κράτος να ενδιαφέρεται πλέον να κρατήσει τα προσχήματα της όποιας κοινωνικής νομιμοποίησης.

Η  διολίσθηση προς μια νέου τύπου καπιταλιστική διακυβέρνηση σαφώς και δεν  είναι μια διαδικασία που γίνεται από την μια μέρα στην άλλη. Ούτε αφορά αποκλειστικά την διαχείριση της κρίσης στην ελλάδα. Αποτελεί μια  συνολικότερη αναδιαπραγμάτευση του τρόπου άσκησης της εξουσίας, σε εποχές που τα περιθώρια συγκρότησης συναινέσεων περιορίζονται κάτω από την αναγκαιότητα επέκτασης και έντασης (άπλωμα και βάθεμα) της καπιταλιστικής κυριαρχίας και εκμετάλλευσης.

Τέλος, δεν πρέπει να διαφεύγει καθόλου από την οπτική μας ότι η παρούσα κρίση του καπιταλισμού συνδέεται άρρηκτα με την διαρκώς εντεινόμενη κρίση που δημιουργεί η ίδια η καπιταλιστική αξιοποίηση στην σχέση του ανθρώπου με την φύση. Όσο και εάν ο καπιταλισμός προσπαθεί μέσω της τεχνοεπιστήμης να υποσχεθεί ότι μπορεί να λύσει τα περιβαλλοντικά αδιέξοδα που ο ίδιος δημιουργεί, μοιάζει όλο και πιο πολύ με μαθητευόμενο μάγο, υποταγμένο στις ατίθασες δυνάμεις της αγοράς και της κερδοφορίας. Και είναι ακριβώς αυτή η πτυχή της κρίσης που κάνει τον διεθνιστικό χαραχτήρα του αγώνα επιτακτικό. Η κερδοφορία του κεφαλαίου δεν εξαρτάται πια μονάχα από το πόσο μπορεί να υποτιμάει την εργατική δύναμη, αλλά και από το πόσο εντατικά και άρα με καταστροφικές συνέπειες, θα εκμεταλλεύεται την φύση.

Ο αγώνας ενάντια σ’ αυτόν τον μετασχηματισμό του καπιταλισμού, τόσο ως προς την ένταση της εκμετάλλευσης, όσο και ως προς την μορφή της κυριαρχίας, δεν μπορεί να είναι απλά ένας αγώνας υπεράσπισης των εργατικών κατακτήσεων και των πολιτικών δικαιωμάτων όπως αυτά υπήρχαν πριν ξεκινήσει αυτή η διαδικασία μετασχηματισμού. Ένας αγώνας οπισθοφυλακής, όπως αυτός που προσπαθεί να δώσει ένα κομμάτι της αριστεράς, τόσο στην ελλάδα όσο και διεθνώς, είναι καταδικασμένος να ηττηθεί, διότι στο βαθμό που δεν αμφισβητεί ρητά τον ίδιο τον καπιταλισμό, δεν μπορεί στην ουσία να αρνείται τους αναγκαίους μετασχηματισμούς, που αυτός έχει ανάγκη για να αναπαραχθεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν κατανοούμε την σημασία  και την κομβικότητα που έχουν οι διεκδικητικοί αγώνες στην σημερινή συγκυρία, τόσο στο επίπεδο των εργατικών διεκδικήσεων, όσο και σε αυτό των κοινωνικών διεκδικήσεων. Κοινωνικά και πολιτικά υποκείμενα ηττημένα δεν μπορούν να δώσουν την ώθησε για ένα ποιοτικό άλμα του αντικαπιταλιστικού αγώνα.

Ο αγώνας μας δεν πρέπει απλώς να βάζει αναχώματα στον μετασχηματισμό, αλλά να δημιουργεί ρήγματα στις μορφές που παίρνει η καπιταλιστική εκμετάλλευση και κυριαρχία σήμερα. Να αναδύει  μορφές αλλά και περιεχόμενα κοινωνικής οργάνωσης ανταγωνιστικά στον καπιταλισμό. Η στιγμή της κρίσης, η στιγμή που οι κυρίαρχες τάξεις για να διασφαλίσουν την διαιώνιση της κυριαρχίας τους είναι αναγκασμένες να διαρρηγνύουν τις συναινέσεις πάνω στις οποίες  στηρίχτηκε αυτή, είναι η στιγμή να βγουν στο προσκήνιο μορφώματα κοινωνικής οργάνωσης που να αμφισβητούν τον πυρήνα της καπιταλιστικής σχέσης.

Όμως μια τέτοιου τύπου αναβάθμιση του αντικαπιταλιστικού αγώνα, απαιτεί μια αντίστοιχη ποιοτική ανασυγκρότηση του ευρύτερου ελευθεριακού αντικαπιταλιστικού χώρου.  Δεν μιλάμε απλά για μια ποσοτική μεγέθυνση ή για μια ένταση της δράσης, αλλά για ένα ποιοτικό άλμα στον χαραχτήρα της «πράξης» που θα συμβάλει σ’ ένα νέο πολιτικό και κοινωνικό παράδειγμα. Το παράδειγμα αυτό, εκτός από το προταγματικό χαραχτήρα του, θα προσπαθεί να απαντήσει με υλικούς όρους στα κοινωνικά αδιέξοδα που δημιουργεί ο μετασχηματισμός του καπιταλισμού.

Στο πρώτο κύμα των μέτρων της κυβέρνησης, βασική μορφή της αντίστασης του κόσμου αλλά και του αντικαπιταλιστικού χώρου, αποτέλεσαν οι γενικές απεργίες που αναγκάστηκε να κηρύξει  η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Παρόλο που σε αυτές ο ρόλος των σωματείων βάσης, του ευρύτερου ριζοσπαστικού πολιτικού δυναμικού, ήταν αυτός που έδωσε την δυναμική (μαζί βέβαια με την οργή του απλού κόσμου), την πρωτοβουλία των κινήσεων την είχε η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, με όσα εμπόδια σήμαινε αυτό το  προχώρημα του κινήματος. Από την μεριά μας, ως ευρύτερο πολιτικό ρεύμα, δεν μπορέσαμε να πάρουμε την πρωτοβουλία εκείνων των κινήσεων που θα έδιναν μια προοπτική στους αγώνες. Είναι φανερό ότι όσο δεν μπορούμε να δώσουμε μια προοπτική στην αντιπαράθεση με την πολιτική που υλοποιεί η κυβέρνηση, ο ρόλος μας θα περιορίζεται σ’ αυτόν  του μπροστάρη στους επιμέρους αγώνες, στην μαχητική στάση μας στον δρόμο,  στην ιδεολογική προπαγάνδα ενάντια στον καπιταλισμό, χωρίς όμως να δημιουργεί τους όρους και τις δυνατότητες για την δημιουργία ρωγμών στην καπιταλιστική κυριαρχία.

Όμως μια τέτοια προοπτική πέρα από το προταγματικό της στοιχείο, πρέπει να μπορεί να μορφοποιείται στα συγκεκριμένα περιεχόμενα που έχουν οι αγώνες. Περιεχόμενα που ξεπερνάνε τα όρια της υπεράσπισης της «προηγούμενης κατάστασης» και διευρύνονται προς μια νέα μορφή κοινωνικής οργάνωσης.  Θα μπορούσαμε επιγραμματικά να θέσουμε τρεις άξονες σε σχέση με αυτά τα περιεχόμενα: αυτοδιαχείριση, γη και ελευθερία.

Αυτοδιαχείριση, ως προς την αναγκαιότητα να αναλάβει η ίδια η κοινωνία την διεύθυνση όσο των δυνατόν περισσότερων πλευρών της κοινωνικής δραστηριότητας (και φυσικά της παραγωγής). Όσο το κράτος θα αποσύρεται από τον ρόλο της κοινωνικής αναπαραγωγής, εκχωρώντας τον στην σφαίρα της ιδιωτικής οικονομίας, και θα «περιορίζεται» στο ρόλο της καταστολής και της πειθάρχησης, η αυτοδιαχείριση δεν θα αποτελεί «ένα ουτοπικό σχέδιο» κάποιων «ρομαντικών επαναστατών», αλλά κοινωνική αναγκαιότητα, για εκείνα τα κομμάτια που η βία της κρίσης, ως μετασχηματισμού του κεφαλαίου, θα τα πετάει στον σύγχρονο καιάδα. Είναι θέμα επιβίωσης για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, όχι απλά η υπεράσπιση του «δημόσιου τομέα» (βλ. υγεία, παιδεία, συγκοινωνίες, ενέργεια, νερό, ασφαλιστικό σύστημα) αλλά η διεύρυνση του κοινωνικού τους χαρακτήρα. Η αποκοπή τους από την σφαίρα της εμπορευματικής οικονομίας και η μετατροπή τους σε δημόσια, δωρεάν, καθολικά κοινωνικά αγαθά.

Ταυτόχρονα μέσα από την διαδικασία της συγκεντροποίησης και αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου μια σειρά από επιχειρήσεις βάζουν λουκέτο, οδηγώντας στην ανεργία δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους. Η λειτουργιά όσων πιο πολλών από αυτές κάτω από εργατικό έλεγχο, πέρα από άμεση αναγκαιότητα για την επιβίωση των εργαζομένων σ’ αυτές, αποτελεί και μια άμεση αμφισβήτηση με την ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Μια «ερημοποίηση» της παραγωγικής διαδικασίας δεν  θα οδηγούσε μόνο σε κατάρρευση των δυνατοτήτων της κοινωνίας για επιβίωση, αλλά και στην δημιουργία νέων συμμοριτικών μορφών εξουσίας παράλληλα με την κρατική εξουσία και την επανανομιμοποίηση της δεύτερης ως του μόνου εγγυητή της λειτουργίας της κοινωνίας. Το χάος είναι  πολλές φορές  ο καλύτερος σύμμαχος της εξουσίας.

Φυσικά όσο παραμένει η σχέση μισθωτής εργασίας- κεφαλαίου ο καπιταλισμός παραμένει κυρίαρχός του παιχνιδιού. Όσο η εργασία και κατ’ επέκταση η ίδια η ανθρώπινη υπόσταση παραμένουν εμπορεύματα, τα θεμέλια του καπιταλισμού μένουν άθικτα. Δεν πρέπει να έχουμε καμία αυταπάτη πάνω σε αυτό. . Όσο υπάρχουν αυτοί που κατέχουν (ή διαχειρίζονται (πχ κρατική ή επιχειρηματική γραφειοκρατία κλπ) τα μέσα παραγωγής (γη, εργοστάσια, πρώτες ύλες, εργαλεία, μέσα μεταφοράς πηγές ενέργειας κλπ) κανένα μοντέλο οικολογικής, τοπικής και αμεσοδημοκρατικής οικονομίας δεν μπορεί να εφαρμοστεί αφού βασικός παράγοντας της οικονομίας θα παραμένει πάντα το κέρδος. Ο μόνος τρόπος να δούμε μια κοινωνία, όπου η παραγωγή των αγαθών της και των αξιών χρήσης δεν θα είναι υποδουλωμένη στο κέρδος και στην ακόρεστη ανάγκη για ανάπτυξη, αλλά θα λειτουργεί κάτω από τα κριτήρια της οικολογίας, της τοπικότητας, των ανθρώπινων αναγκών και της άμεσης δημοκρατίας, είναι μια κοινωνία που θα καταστρέψει τις εμπορευματικές σχέσεις. Όμως εάν το «οξυγόνο» του καπιταλισμού είναι η συνεχής και αδιάκοπη επέκτασή του, η μετατροπή των πάντων σε εμπορεύματα, το να βρούμε τρόπους μέσα από τους συλλογικούς αγώνες τις κοινωνικές αντιστάσεις και αυτοοργανωμένες δομές ώστε να αποσπάσουμε από το κεφάλαιο και τις εμπορευματικές σχέσεις τομείς της ανθρώπινης- κοινωνικής δραστηριότητας αποτελεί έναν τρόπο να «κόψουμε» το οξυγόνο στο κεφάλαιο, να το «πολιορκήσουμε» αφαιρώντας του τον ζωτικό χώρο που έχει ανάγκη για την αδιάκοπη επέκταση του. Πρόκειται για έναν τρόπο που δεν  αμφισβητεί μονάχα την παντοδυναμία του, αλλά ακόμα παραπέρα την ίδια την αναγκαιότητα της εμπορευματικής οικονομίας, της ίδιας της σχέσης μισθωτής εργασίας-κεφαλαίου.

Γη: σήμερα όσο ποτέ άλλοτε ο αγώνας μας ενάντια στον καπιταλισμό αποκτάει την διάσταση του επείγοντος. Δεν είναι μονάχα οι συνθήκες υπερεκμετάλλευσης και εξώθησης στο περιθώριο μεγάλων κομματιών του παγκόσμιου πληθυσμού. Είναι ότι η αναγκαιότητα του κεφαλαίου για ακόμα μεγαλύτερη κερδοφορία περνάει αναγκαστικά μέσα  από την όλο και μεγαλύτερη διάρρηξη της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση. Η καπιταλιστική ανάπτυξη δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε μια περιβαλλοντική κατάρρευση και μάλιστα αυτό φαίνεται να συμβαίνει σήμερα και όχι αύριο. Όσο το μοντέλο της εμπορευματικής παραγωγής παραμένει κυρίαρχο, αυτή η κατάρρευση φαίνεται να έχει μη αναστρέψιμο χαραχτήρα.

Πέρα από τον παγκόσμιο χαραχτήρα αυτής περιβαλλοντικής κατάρρευσης έχει μεγάλη σημασία να δούμε και τον τοπικό της χαραχτήρα. Στην ελλάδα από την μια μεριά έχουμε μεγάλες εκτάσεις της υπαίθρου που είναι εκτεθειμένες στην πιο άγρια καπιταλιστική λεηλασία και άρα σε μια μη αναστρέψιμη καταστροφή: Βοιωτία, Εύβοια, Θεσσαλικός κάμπος κλπ, και από την άλλη μια ερημοποίηση της υπαίθρου που δεν είναι καπιταλιστικά αξιοποιήσιμη: ορεινές, ημιορεινές περιοχές.  Σαν αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι η διατροφική αυτάρκεια της χώρας να έχει περιοριστεί στο 60%, όταν το 1980 το γεωργικό εμπορικό ισοζύγιο ήταν θετικό.

Η διατροφική εξάρτηση σε περιόδους κρίσης είναι ένας παράγοντας που όχι μόνο μπορεί να οδηγήσει μεγάλα κοινωνικά στρώματα στην εξαθλίωση, αλλά μπορεί να παίξει και ανασταλτικό παράγοντα σε ριζοσπαστικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις.  Είναι επιτακτική και άμεση ανάγκη η συλλογική αυτοοργανωμένη παραγωγή και ο αποκλεισμός των μεσαζόντων για να αποκατασταθεί όσο το δυνατόν η διατροφική αυτάρκεια της χώρας. Όσο και εάν αυτό φαντάζει ουτοπικό, στην ελλάδα έχουμε κάποια μεγάλα αβαντάζ. Η ύπαρξη -σε μεγάλη έκταση- της μικρής αγροτικής ιδιοκτησίας (40-50 στρέμματα κατά μέσο όρο, όταν στην ΕΕ είναι 160 στρέμματα κατά μέσο όρο) και η σύνδεση μεγάλου μέρους του πληθυσμού με αυτή (800.000 αγροτικές εκμεταλλεύσεις, από τις οποίες μόνο οι 300.000 χιλιάδες ανήκουν σ’ αποκλειστικά αγρότες), δίνουν την δυνατότητα της ανασύστασης μιας αγροτικής παραγωγής με στόχο κυρίως την αυτοκατανάλωση και την κάλυψη των διατροφικών αναγκών έξω από μια βιομηχανικού τύπου γεωργία. Κάτι τέτοιο αποτελεί φυσικά ισχυρή αντίστιξη προς την προσπάθεια αποκλειστικού ελέγχου της τροφής από μια σειρά περιορισμένων πολυεθνικών που είναι η τάση του διεθνούς κεφαλαίου σήμερα, με όλες τις συνέπειες των διατροφικών κρίσεων, όπως αυτή του 2008.

Ελευθερία: Η προσπάθεια πολιτικής διαχείρισης της κρίσης έχει ως αποτέλεσμα να ατροφεί ο αντιπροσωπευτικός- συναινετικός χαρακτήρας του κράτους και να εντείνεται ο κατασταλτικός- πειθαρχικός χαραχτήρας του. Στο όνομα της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης που επιβάλλει η κρίση, το κράτος αμβλύνει τις διαδικασίες της αντιπροσωπευτικής του νομιμοποίησης και αναζήτα στηρίγματα αυτό-νομιμοποίησης στους ίδιους τους ιδεολογικούς του βραχίονες (βλ. ΜΜΕ). Τα κέντρα αποφάσεων απομακρύνονται όλο και πιο πολύ από τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, των οποίων ο ρόλος, ως καθαρτήριο των συμφερόντων των κυρίαρχων τάξεων, γίνεται όλο και πιο φανερός στις εκμεταλλευόμενες τάξεις, αλλά και στα στρώματα της κοινωνίας, που η διαδικασία συγκεντροποίησης και αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου, τα βγάζει εκτός των μηχανισμών ενσωμάτωσης. Η κρίση μεταφέρεται ατόφια και στο πεδίο της πολιτικής.

Ο περιορισμός των πολιτικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών, ξεφεύγει από το πεδίο της «συγκυριακής» εκτροπής και μετατρέπεται σε επίσημη πολιτική, που στηρίζεται από όλο το φάσμα των αστικών πολιτικών δυνάμεων (από το ΛΑ.Ο.Σ. μέχρι το ΔΗ.ΑΡΙ.).

Το πολιτικό σύστημα απαξιώνεται στα μάτια ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων, αφού διαρρηγνύονται οι πολιτικές συναινέσεις όπως αυτές συγκροτήθηκαν από την μεταπολίτευση. Συναινέσεις που βασίστηκαν στις πελατειακές σχέσεις με τα κόμματα εξουσίας (βλ. δημόσιοι υπάλληλοι), στην δημιουργία σχέσεων εξάρτησης (όπως στους αγρότες), και στην υπεράσπιση ιδιαίτερων  συμφερόντων (μικρομεσαία στρώματα). Εν μέσω κρίσης αυτές οι συναινέσεις δεν μπορούν να συνεχίσουν να υφίστανται, αφού αποτελούν εμπόδια για την συγκεντροποίηση του κεφαλαίου. Η κατάρρευσή τους δεν οδηγεί αναγκαστικά και σε μια ριζοσπαστικοποίηση, αντίθετα υπάρχει μεγάλος κίνδυνος αυτή η αμφισβήτηση να γίνει από συντηρητική σκοπιά, ενισχύοντας εθνικιστικές και ρατσιστικές τάσεις μέσα σε αυτά τα κοινωνικά στρώματα.  Στην προσπάθεια για ηγεμονία και σταθερότητα του συστήματος εκμετάλλευσης και κυριαρχίας, τμήματα των καπιταλιστών και των πολιτικών και πολιτειακών διαχειριστών  του συστήματος θα προσπαθήσουν να κολακέψουν, να αναπτύξουν και να εκμεταλλευτούν τα συντηρητικά αντανακλαστικά  ώστε να συγκροτήσουν κοινωνικές συμμαχίες ενάντια σε εκείνα τα κομμάτια της κοινωνίας που κάτω από το βάρος της κρίσης και της συμμετοχής τους στους κοινωνικούς αγώνες ριζοσπαστικοποιούνται. Ο εχθρός είναι ο «άλλος», ο «ξένος», ο «διαφορετικός» και όχι το κεφάλαιο. Αυτός μας κλέβει τις δουλειές και την αξιοπρέπεια  (όπως γράφει το ΛΑ.Ο.Σ. στις αφίσες του) και όχι τα αφεντικά . Κρίση είναι ότι μοιραζόμαστε την φτώχεια μας με τους πιο φτωχούς και όχι η ύπαρξη της φτώχειας δίπλα στην αφθονία. Η ρητορική της Άκρας Δεξιάς στόχο έχει να μεταφέρει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους «από κάτω» για να μην εκδηλωθεί ή για να αποδυναμωθεί ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους «από κάτω» και τους «από πάνω».

Η απαξίωση του πολιτικού συστήματος, δεν θα έχει μια και μοναδική κατεύθυνση προς μια ριζοσπαστική ή προς μια συντηρητική φυσιογνωμία, αλλά θα έχει τα χαρακτηριστικά της κοινωνικής και πολιτικής πόλωσης. Η ηγεμονία θα εξαρτηθεί από την έκβαση των κοινωνικών αγώνων, από τον ρόλο που θα διαδραματίσει ο κάθε χώρος μέσα σ’ αυτούς και από ποια μεριά θα δοθούν άμεσες απαντήσεις στα  προβλήματα ζωτικής σημασίας για την  κοινωνία, προβλήματα που θα αναδύονται μέσα από την κρίση. Σ’ αυτό το επίπεδο είναι που πρέπει να δούμε την αναβάθμιση του δικού μας πολιτικού πράττειν.

Στο βαθμό που το κράτος θα αποσύρεται από τα πεδία της αντιπροσώπευσης και της κατασκευής των συναινέσεων, σ’ αυτά της καταστολής και της πειθάρχησης, είναι αναγκαίο να αναδειχτούν αμεσοδημοκρατικές μορφές πολιτικής συγκρότησης στα διάφορα κοινωνικά πεδία (γειτονίες εργασιακοί χώροι, σχολές, σχολεία κλπ), ως προπλάσματα ενός ανταγωνιστικού πολιτικού μορφώματος απέναντι στο πολιτικό σύστημα.

Χρειάζεται όμως κάτι παραπάνω για να μπορέσει ο κόσμος, αλλά και εμείς οι ίδιοι να σταθούμε όρθιοι  σε μάχες που θα έχουν όχι μόνο έντονο αλλά και παρατεταμένο χαρακτήρα. Για να σπάσει ο φόβος που καλλιεργούν τα ΜΜΕ, το δέος με το οποίο στέκεται κανείς τρομοκρατημένος και αφοπλισμένος, μπροστά σε τόσο μεγάλες ανατροπές της ζωής του, πρέπει να «ανακαλυφθεί» εξ αρχής η συλλογική υπόσταση της «κοινότητας του αγώνα». Κανένας μόνος του απέναντι στην απόλυση, απέναντι στην αυθαιρεσία και την εργοδοτική τρομοκρατία, απέναντι στην κρατική καταστολή και βία, απέναντι στην ανεργία και την ανέχεια, απέναντι στην έξωση και τον πλειστηριασμό, απέναντι στην κατασυκοφάντηση των ΜΜΕ. Κανένας μόνος του απέναντι στην επίθεση που δεχόμαστε, όλοι μαζί να πάρουμε τις ζωές στα χέρια μας.

Πρέπει εμπνεύσουμε στους ίδιους μας τους εαυτούς και στους  ανθρώπους γύρω μας, που χτυπιούνται από την επίθεση του κεφαλαίου, την αίσθηση της κοινότητας του αγώνα. Μιας κοινότητας που όχι μόνο αντιστέκεται στα μέτρα, αλλά που υπερασπίζεται όσους την απαρτίζουν, που δημιουργεί τρόπους συλλογικής αντιμετώπισης « εδώ και τώρα» των ζωτικών προβλημάτων που θα δημιουργεί η κρίση. Την αίσθηση ότι από την μια είμαστε όλες και όλοι εμείς, που αγωνιζόμαστε και που στεκόμαστε αλληλέγγυοι μεταξύ μας και από την άλλη είναι το κεφάλαιο, το κράτος, τα αφεντικά, το ΔΝΤ και η τρόικα, όσοι θέλουν να κλέψουν τις ζωές μας.  Αυτοί γκρεμίζουν τις ζωές μας, εμείς οικοδομούμε νέες. Απέναντι στον φόβο, την ανασφάλεια, το αίσθημα της απόλυτης αδυναμίας, πρέπει να αντιτάξουμε μια νέα δύναμη, μια δύναμη που θα προέρχεται μέσα από το ξεπέρασμα της ατομικευμένης στάση απέναντι στη νέα κατάσταση.

Κώστας Σ.

 

Posted in 2. Διαβάσαμε | Comments Off on ΕΜΕΙΣ ΕΔΩ ΤΩΡΑ, ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ