Σύντροφοι και Αδερφοί
του Χούσσαμ Αλ Χαμαλάουι
(δημοσιογράφου στο Κάιρο και μπλόγκερ)
Ο Εμαντ Μουμπάρακ είναι ένας πολυάσχολος άνθρωπος. Επικεφαλής της Ένωσης για την Ελευθερία της Σκέψης και της Έκφρασης, και δικηγόρος στο Νομικό Κέντρο Χισάμ Μουμπάρακ, ο αριστερός Μουμπάρακ δεν μπορεί να διεξάγει σύσκεψη χωρίς να διακόπτεται από τον ήχο εισερχόμενων κλήσεων στο κινητό του. Οι κλήσεις αυτές τις ημέρες έρχονται από φοιτητές μέλη των Αδελφών Μουσουλμάνων, την επισήμως εκτός νόμου Ισλαμική ομάδα που είναι το μεγαλύτερο πολιτικό κίνημα της Αιγύπτου. Οι φοιτητές καλούν για να αναφέρουν καταχρήσεις των υπηρεσιών ασφαλείας εναντίον τους στις σχολές, ή για να ζητήσουν νομικές συμβολές όταν υποβάλλονται σε ανακρίσεις από τους επικεφαλής των πανεπιστημίων.
«Κάθε φορά που λαμβάνω μια κλήση, δεν μπορώ παρά να θυμάμαι τις παλιές ημέρες και αυτά που συνέβαιναν στις σχολές με τους Αδελφούς», σχολιάζει δηκτικά. Το Μάρτη του 1999, πέρασε 22 μέρες στη φυλακή της Τούρα, νοτίως του Καΐρου, μετά από επίθεση των φοιτητών Αδελφών Μουσουλμάνων σε αυτόν και άλλους 8 συντρόφους του σοσιαλιστές στο πανεπιστήμιο, όταν και πήγαν να το καταγγείλουν στην αστυνομία. «Σήμερα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι αριστεροί και οι ισλαμιστές μπορούν να κάτσουν κάτω και να μιλήσουν. Οι περισσότεροι από τους πελάτες μου είναι Αδελφοί Μουσουλμάνοι», λέει ο Μουμπάρακ. «Τους λέω, «είμαι κομμουνιστής», και δεν έχουν κανένα πρόβλημα με αυτό».
Από τις αψιμαχίες στις σχολές τη δεκαετία του ’90 στις κοινές διαδηλώσεις το 2005-6, οι σχέσεις μεταξύ των Αδελφών Μουσουλμάνων και της ριζοσπαστικής αριστεράς της Αιγύπτου έχουν διαβεί μακρύ δρόμο. Σε χώρους όπου και οι δύο τάσεις δρουν, όπως οι φοιτητικές ενώσεις και τα επαγγελματικά συνδικάτα, η ανοιχτή εχθρότητα έχει εξαφανιστεί, και υπάρχει και ακόμα και κάποιος ελάχιστος συντονισμός γύρω από τακτικές. Πάντως, παραμένει συμβολική η συνεργασία, και οι αριστεροί και οι ισλαμιστές έχουν πολλές ακόμα προσπάθειες να κάνουν για να αναδείξουν μεγάλες μαζικές δράσεις ενάντια στον κοινό τους εχθρό, το καθεστώς του προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ.
Ένα νέο είδος αριστερού
Η πρόοδος των αριστεροϊσλαμικών σχέσεων μπορεί να αναχθεί σε δύο παράγοντες. Πρώτος είναι η ανάπτυξη μιας νέας αριστεράς στην Αίγυπτο, των οποίων οι δύο κύριοι πυλώνες είναι η Επαναστατική Σοσιαλιστική Οργάνωση και μια αυξανόμενη φιλοαριστερή κοινότητα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτή η νέα αριστερά έχει διαφορετική στάση έναντι του Ισλαμισμού από εκείνες που είχαν τα παλαιότερα «κομμουνιστικά κύματα»(1). Δεύτερος είναι η αλλαγή γενεών εντός τόσο των στελεχών της Αριστεράς όσο και εκείνων της Αδελφότητας που είναι διαμορφωμένα από την αναβίωση της πολιτικής «των δρόμων», χάρη στη 2η παλαιστινιακή ιντιφάντα.
Οι αιματηρές σχέσεις μεταξύ της Αιγυπτιακής αριστεράς και των Αδελφών Μουσουλμάνων έχουν μια μακρά ιστορία, από το συντονισμό των Ισλαμιστών με τον Βασιλιά Φαρούκ για το σπάσιμο των απεργιών τη δεκαετία του ’40 ως την ενθάρρυνση του προέδρου Ανουάρ Σαντάτ στις βίαιες ισλαμιστικές επιθέσεις εναντίον αριστερών φοιτητών τη δεκαετία του ’70. Οι περισσότερες ανεξάρτητες αριστερές οργανώσεις τη δεκαετία του 1980 και 1990, είχαν μια στάση έναντι του πολιτικού Ισλάμ παρόμοια με αυτή του Αιγυπτιακού Κομμουνιστικού Κόμματος- την κυρίαρχη φράξια εντός της «νόμιμης αριστεράς» του Κόμματος «Τατζάμαα»(Συνασπισμός) -που εξίσωνε τις ισλαμιστικές οργανώσεις, είτε μεταρρυθμιστικές είτε ριζοσπαστικές, με το φασισμό. Η μόνη ελαφρά εξαίρεση ήταν το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Άχμαντ Ναμπίλ Αλ Χιλάλι, που για μικρό διάστημα στα τέλη της δεκαετίας του ’80 φλέρταρε με την ιδέα ότι το μαχητικό Ισλάμ ήταν ένα «κίνημα για τους φτωχούς» που άξιζε υποστήριξης.
Η πλειοψηφούσα στάση της παραδοσιακής «σταλινικής» (σ. Μετάφρ.: διάβαζε μπρεζνιεφικής-αντισταλινικής) αριστεράς μεταφραζόταν σε συμμαχία, κάποιες φορές ανοιχτή και περιστασιακά σιωπηρή, με την αιγυπτιακή κοσμική ιντελιγκέντσια- και με το καθεστώς Μουμπάρακ. Περιττό να πούμε ότι η κοινή με τους Μουσουλμάνους πολιτική δράση δεν ετίθετο ποτέ επί τάπητος. Λίγοι ανεξάρτητοι αριστεροί δικηγόροι όπως ο Αλ Χιλάλι και ο Χισάμ Μουμπάρακ συμμετείχαν στην υπεράσπιση φυλακισμένων Ισλαμιστών, αλλά αυτές ήταν ατομικές πρωτοβουλίες. Όπως είναι αναμενόμενο, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι δεν επέχαιραν για το χαρακτηρισμό τους ως «φασίστες» και έβλεπαν με μεγάλη καχυποψία την αριστερά.
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, μικροί κύκλοι Αιγυπτίων φοιτητών, επηρεασμένοι από τον Τροτσκισμό, σχημάτισαν κύκλους μελέτης και τον Απρίλη του 1995 εξελίχτηκαν σε μια οργάνωση με το όνομα Τάση Επαναστατών Σοσιαλιστών. Σε αντίθεση με τη «σταλινική» αριστερά, αυτοί οι ακτιβιστές προωθούσαν το σύνθημα «Κάποιες φορές με τους Ισλαμιστές, Ποτέ με το κράτος», στα κείμενα που διένειμαν στις σχολές και αλλού (2). Στην πράξη, το σύνθημα αυτό μεταφραζόταν στην υπεράσπιση των Αδελφών Μουσουλμάνων φοιτητών στις σχολές όταν υπήρχαν ζητήματα δημοκρατικών δικαιωμάτων, όπως όταν η κρατική ασφάλεια απαγόρευε στους Ισλαμιστές υποψήφιους την κάθοδο στις φοιτητικές εκλογές ή απέβαλλε Ισλαμιστές φοιτητές από τις σχολές. Τα «εκθέματα» (Μά’αριντ)- αυτοσχέδια φύλλα γραμμένα σε ύφασμα ή χαρτόκουτο και τοποθετημένα σε εμφανή σημεία στις σχολές- των Επαναστατών Σοσιαλιστών φοιτητών στα Πανεπιστήμια του Καΐρου και του Άιν Σάμς συχνά είχαν καταγγελίες των ποινών που επιβάλλονταν από τα στρατοδικεία στους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Ταυτόχρονα, οι τροτσκιστές φοιτητές ήταν εναντίον των Αδελφών Μουσουλμάνων σε θέματα όπως ελευθερία της έκφρασης και δικαιώματα γυναικών και Κοπτών Χριστιανών. Όταν αντιλαμβάνονταν ότι οι Αδελφοί ήθελαν να επιβάλουν διακρίσεις ανάλογα το φύλο στις αίθουσες διδασκαλίας ή να ματαιώσουν θεατρικές παραστάσεις ή να επιτεθούν σε έργα τέχνης, ή όποτε η Ανώτατη Καθοδήγηση της Αδελφότητας έκανε σεχταριστικά σχόλια εναντίον των Κοπτών, τα σοσιαλιστικά Μά’αριντ έφεραν βαριές καταγγελίες.
Όπως ένα ενεργό μέλος των Επαναστατών Σοσιαλιστών τη δεκαετία του ’90 θυμάται: «ήμασταν το είδος εκείνο του αριστερού που οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι δεν είχαν ποτέ συναντήσει ξανά. Δεν μπορούσαν καν να μας κατατάξουν κάπου, αρχικά. Εν πάσει περιπτώσει, ήμασταν πολύ περιθωριακοί, για να ασχοληθούν μαζί μας. Ήμασταν μόνο λίγα άτομα». Αυτό άρχισε να αλλάζει το 1999. Σε λίγες περιπτώσεις εκείνη τη χρονιά, όπως ένας σοσιαλιστής θυμάται, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι φοιτητές στο Πανεπιστήμιο του Καΐρου επέτρεψαν σε Επαναστάτες Σοσιαλιστές φοιτητές να μιλήσουν σε συγκεντρώσεις που διεξάγονταν στις σχολές εναντίον των αμερικανικών βομβαρδισμών στο Ιράκ. Οι σοσιαλιστές φοιτητές εξέλαβαν αυτή την πρωτόφαντη ευκαιρία ως ένα σημάδι της αναγνώρισης από τους Αδελφούς ότι αποτελούσαν μια δύναμη στην οποία έπρεπε να δοθεί μια θέση στην πολιτική σκηνή. Αυτό ήταν ένα βήμα εμπρός, στη μακρά, αργή διαδικασία οικοδόμησης εμπιστοσύνης.
Από μια χούφτα μέλη το 1995, οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές είχαν περίπου 200 ακτιβιστές την παραμονή της 2ης παλαιστινιακής Ιντιφάντα. Οι τάξεις τους είχαν διευρυνθεί χάρη στο ρόλο τους στο αιγυπτιακό κίνημα αλληλεγγύης με τους Παλαιστίνιους, σε μια εποχή που οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι απείχαν σε μεγάλο βαθμό από τις κινητοποιήσεις στους δρόμους. Η ριζοσπαστικοποιούμενη επιρροή της ιντιφάντα μεταξύ των νέων βοήθησε στην αφύπνιση εκ νέου της αιγυπτιακής παράδοσης της «πολιτικής των δρόμων», που είχε στην κυριολεξία εξαφανιστεί από τις φοβερές υπηρεσίες ασφαλείας του Μουμπάρακ. Το Κάιρο και άλλες επαρχίες έγιναν μάρτυρες των πιο μεγάλων και ταραχωδών διαδηλώσεων από την εξέγερση του 1977 όταν ο πρόεδρος Ανουάρ Σαντάτ αποπειράθηκε να διακόψει τις κρατικές επιδοτήσεις για το ψωμί και άλλα βασικά αγαθά. Παρά τις ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν από τον αναβρασμό στους δρόμους, η Μουσουλμανική Αδελφότητα συνέχισε μια πολιτική μη σύγκρουσης με το καθεστώς που είχε υιοθετήσει από τη διάλυση της βάσης της το 1995, με αποκορύφωμα μια περίφημη σειρά από στρατοδικεία. Όχι μόνο οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι φοιτητές αρνήθηκαν να βγουν στους δρόμους, αλλά σε πολλές περιπτώσεις προσπάθησαν να μειώσουν τη μαχητικότητα των διαδηλώσεων (3). Τον Οκτώβρη του 2000, για παράδειγμα, μετά τη σύγκρουση των σοσιαλιστών με την Ασφάλεια και την πυρπόληση αστυνομικών οχημάτων σε φιλοπαλαιστινιακές διαδηλώσεις, οι Αδελφοί παρενέβησαν για να καταγγείλουν το «σοσιαλιστικό σαμποτάζ». Σε άλλες περιπτώσεις, ισλαμιστές φοιτητές προσπάθησαν σωματικά να παρεμποδίσουν τους φοιτητές να διαδηλώσουν εκτός των πανεπιστημιουπόλεων.
Η αυξανόμενα ριζοσπαστικοποιούμενη πολιτική σκηνή δημιούργησε το χώρο για την Αριστερά να παρέμβει, αλλά και μια γενικευμένη πίεση στην ηγεσία της Αδελφότητας από τα στελέχη της οργάνωσης. Οι αριστεροί ακτιβιστές τότε στα πανεπιστήμια θυμούνται ότι «κατονόμαζαν και έριχναν το ανάθεμα» στις σχολές στους ακτιβιστές των Μουσουλμάνων για τη μη συμμετοχή τους στις μαζικές διαμαρτυρίες. Στις αρχές του Απρίλη 2002, ακριβώς μετά το ξέσπασμα των καθοδηγούμενων από την Αριστερά φιλοπαλαιστινιακών αναταραχών στο πανεπιστήμιο του Καΐρου, μέλη των Αδελφών Μουσουλμάνων παρουσιάζονταν σε εκδηλώσεις οργανωμένες από την Αιγυπτιακή Λαϊκή Επιτροπή για την Αλληλεγγύη στην Παλαιστινιακή Ιντιφάντα. «Οι εκπρόσωποι των Αδελφών Μουσουλμάνων από τα συνδικάτα άρχιζαν να εμφανίζονται στις συναντήσεις μας», λέει ο Άχμαντ Σάιφ, επικεφαλής του Νομικού Κέντρου Χίσαμ Μουμπάρακ, που φιλοξενούσε τις συνεδριάσεις της επιτροπής.
«Δεν είχαν πολλές επιλογές, καθώς θα έχαναν την αξιοπιστία τους στους οπαδούς τους αν δεν εμφανίζονταν. Εξάλλου, δεν έστειλαν παρά μόνο εκπροσώπους [συχνά, τον Ίσαμ Αλ Ιριάν ή τον Άμπντ Αλ Μουνίμ Αμπου Αλ Φούτουχ, τους δύο πιο δημοφιλείς αρχαιότερους της Ισλαμικής νεολαίας] και απέφευγαν τη μαζική κινητοποίηση». Ακόμα πιο σημαντικό, συνεχίζει ο Σάιφ, «η Αδελφότητα λύγιζε στην πίεση που ασκούσαν οι νεολαίοι της, που δεν ήταν ευχαριστημένοι με την ευμενή στάση της απέναντι στις Αρχές». Στις 5 Απρίλη 2002, μια ομάδα νέων Αδελφών Μουσουλμάνων δημοσίευσαν μια Ανοιχτή Επιστολή προς τον Ανώτατο Καθοδηγητή Μουσταφά Μανσούρ στην ημερήσια εφημερίδα με έδρα το Λονδίνο Αλ Χαγιάτ, αμφισβητώντας την τακτική συγκατάθεσης της ομάδας στην αστυνομική καταστολή και ζητώντας μεγαλύτερη ανάμειξη στο κίνημα υπέρ της Παλαιστίνης. Ο Σάιφ καταλήγει: «Η εναλλακτική ήταν η προσέγγιση των ριζοσπαστών της αντιπολίτευσης, καθώς η «νόμιμη» αντιπολίτευση, και συγκεκριμένα το Τατζάμαα (Συνασπισμός), το Ουαφντ και οι Νασεριστές ήταν εξίσου εχθρικοί. Οι ριζοσπάστες της αντιπολίτευσης, από την άλλη, ήταν χαρούμενοι με το να λαμβάνουν οποιαδήποτε βοήθεια οι Αδελφοί επιθυμούσαν να προσφέρουν».
Οι Αδελφοί αρχικά προσέγγισαν τα μέλη των Επαναστατών Σοσιαλιστών, θεωρώντας τους ως «λιγότερο εχθρικούς» αριστερούς, για να προτείνουν τη συνεργασία των ισλαμιστών με την αριστερά σε κινητοποιήσεις υπέρ της Ιντιφάντα και κατά του πολέμου. Η κίνηση προκάλεσε έντονη συζήτηση μεταξύ των αριστερών κύκλων. Συμπαθούντες το ΚΚΑι, το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, μέλη της γραφειοκρατίας του Τατζάμαα (Συνασπισμού) και μια μερίδα από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων απέρριψαν κάθε μορφή συντονισμού με Ισλαμιστές, εξαιρώντας όμως το Εργατικό Κόμμα του Μάτζντι Χουσέιν, του οποίου ο ισλαμισμός θεωρούταν «αριστερόστροφος». Η συνήθης κατάσταση σε τέτοιες διαδηλώσεις ήταν το πλήθος να διασπάται σε δύο κύκλους, έναν καθοδηγούμενο από αριστερούς και νασεριστές φωνάζοντας αριστερά συνθήματα και έναν δεύτερο καθοδηγούμενο από υποστηρικτές του Εργατικού κόμματος που φώναζαν ισλαμικά συνθήματα. Οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές, από την άλλη, πίεζαν για στενό συντονισμό, υποστηριζόμενοι από αριστερόφρονες ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως τα μέλη του Νομικού Κέντρου Χίσαμ Μουμπάρακ και το Κέντρο Ναντίμ για την Αποκατάσταση των Θυμάτων της Βίας.
«Αδελφικό Πνεύμα»
Το 2003-4, η Αδελφότητα επέμενε στη μη συγκρουσιακή της πολιτική. Ενώ οι Αδελφοί συνέχιζαν να στέλνουν εκπροσώπους στις φιλοπαλαιστινιακές και αντιπολεμικές διαδηλώσεις, η κύρια έγνοια της οργάνωσης ήταν η φιλανθρωπική δουλειά, και η διαδήλωση εντός των ορίων που έθετε το καθεστώς, σε πλήρη συντονισμό με τις δυνάμεις ασφαλείας. Το καθεστώς χρησιμοποίησε την ομάδα ως βαλβίδα εκτόνωσης της αντίδρασης κατά την πρώτη φάση του διεξαγόμενου πολέμου στο Ιράκ, επιτρέποντας στους Αδελφούς να παίρνουν μέρος σε κυβερνητικά οργανωμένες συγκεντρώσεις στο Στάδιο του Καΐρου, όπως και στις επαρχίες. Στο μεταξύ, η αριστερόστροφη επιτροπή Αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη εξελίχτηκε σε ένα αντιπολεμικό κίνημα, καλώντας σε μικρές δράσεις στο δρόμο, που εξελίχτηκαν σε βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία στο κέντρο του Καΐρου στις 19-20 Μάρτη 2003. Το επόμενο καλοκαίρι, ένα μεσαίο στέλεχος των Αδελφών μίλησε για την αυξανόμενη απογοήτευση του στελεχιακού δυναμικού έναντι της ηγεσίας που «αφήνει τους δρόμους στους αριστερούς. Όταν το Κιφάγια βγήκε στο προσκήνιο, μερικοί νεολαίοι Αδελφοί ήθελαν να το ακολουθήσουν από πίσω».
Το αντιπολεμικό κίνημα, διάδοχος του κινήματος υπέρ της Ιντιφάντα, εξελίχτηκε στο τέλος του 2004 σε αντι-Μουμπάρακ κίνημα, αποτελούμενο από δύο οργανώσεις. Η μία ήταν η Κιφάγια (το Αιγυπτιακό Κίνημα για την Αλλαγή), ένας σχηματισμός που δημιουργήθηκε από μέλη της αποσχισθείσας νασερικής φράξιας Καράμα (Αξιοπρέπεια), προσωπικοτήτων από το φιλελεύθερο κόμμα Αλ Γαντ, προσωπικοτήτων από το Αιγυπτιακό Κομμουνιστικό Κόμμα και βετεράνων από το φοιτητικό κίνημα της δεκαετίας του ’70. Η άλλη πτέρυγα ήταν η Λαϊκή Εκστρατεία για Αλλαγή, που ήταν πιο μαρξιστική σε σύνθεση, και περιλάμβανε τους Επαναστάτες Σοσιαλιστές, αριστερόστροφους ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ανένταχτους αριστερούς. Οι δύο οργανώσεις πάνω κάτω συγχωνεύτηκαν τους επόμενους μήνες. Οι μερικές φορές δονκιχωτικές και θεατρικές δράσεις της Κιφάγια στο δρόμο τράβηξαν την δημόσια προσοχή, και βοήθησαν στο να σπάσουν τα ταμπού στην πολιτική ζωή της Αιγύπτου με την δημοσίευση ευθέων αμφισβητήσεων- χωρίς περιστροφές- του Προέδρου και της οικογένειάς του.
Λίγο μετά από μια σειρά διαδηλώσεων της Κιφάγια, μια ομάδα Μουσουλμάνων Αδελφών, και ιδιαίτερα ο Αλι Αμπντ Αλ Φατάχ της Αλεξάνδρειας είχε συνομιλίες με τους Επαναστάτες Σοσιαλιστές και ανεξάρτητους αριστερούς, που κατέληξαν στη δημιουργία της Εθνικής Συμμαχίας για την Αλλαγή τον Ιούνη του 2005. Η συμμαχία ήταν τακτική, και γύρω από μια αντι-Μουμπάρακ πλατφόρμα, με έμφαση στην επαγρύπνηση για την πιθανότητα νοθείας στις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές εκείνης της χρονιάς. Παρά την ανακοίνωση της πρόθεσής τους να προβούν σε κοινή διαδήλωση με την Αριστερά στην Πλατεία Αμπντίν τον Ιούλη του 2005, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι δεν εμφανίστηκαν τελικά, επικαλούμενοι λόγους ασφαλείας. Δύο ακόμα κοινές διαδηλώσεις οργανώθηκαν,πάντως, μπροστά από το Δικηγορικό Σύλλογο. Η πρώτη ήταν χαοτική και η δεύτερη καλύτερα οργανωμένη, με συμφωνία στα συνθήματα και τα πανώ. Μετά τις εκλογές του χειμώνα του 2005, η συμμαχία έμεινε εκτός δρόμων, αλλά παραμένει ενεργή ως συντονισμός και μηχανισμός επίλυσης προβλημάτων όταν προκύπτουν διαφωνίες στους τόπους δουλειάς.
Η προσέγγιση μεταξύ Ισλαμιστών και Αριστεράς συνεχίστηκε όταν φοιτητές από την Τάση Επαναστατών Σοσιαλιστών, Αδελφοί Μουσουλμάνοι και κάποιοι ανεξάρτητοι σχημάτισαν την Ένωση Ελεύθερων Φοιτητών (ΕΕΦ) το Νοέμβρη του 2005, με στόχο τη δράση ως μιας παράλληλης οργάνωσης στις κυριαρχούμενες από την κυβέρνηση φοιτητικές ενώσεις. Η ΕΕΦ είχε κέντρο τα πανεπιστήμια του Καΐρου και του Χιλουάν, με μικρή παρουσία σε λίγα ακόμα πανεπιστήμια, περιλαμβανομένου και του Άιν Σάμς. Μετά τη νοθεία στις φοιτητικές εκλογές του Οκτώβρη του 2006, η Αδελφότητα έριξε το βάρος της στην ΕΕΦ, φτιάχνοντας νέα παρακλάδια στα πανεπιστήμια όπως του Αλ Αζάρ, της Μανσούρα και της Αλεξάνδρειας. Παρότι η ΕΕΦ δεν έχει ακόμα πετύχει τους στόχους που’χαν θέσει οι οργανωτές της- τίποτα λιγότερο από μια πανεθνική φοιτητική ένωση βάσης- στα μέρη που η ΕΕΦ δρα οι σχέσεις Αδελφών και ριζοσπαστικής αριστεράς έχουν βελτιωθεί.
Ο Μουσταφά Μουχί Α’Ντίν, σοσιαλιστικής ακτιβιστής στο πανεπιστήμιο του Χιλουάν, περιγράφει τις σχέσεις με τους Αδελφούς στις σχολές ως φιλικές. «Μας προσκαλούν στις εκδηλώσεις τους, και δείχνουν ενδιαφέρον για τις δραστηριότητές μας. Μπορεί η ένωση εδώ να μην είναι ακόμα ισχυρή, αλλά υπάρχει χώρος για δράση. Μπορούμε να δρούμε και να διαδίδουμε το μήνυμά μας, ανησυχώντας για την στάση της ασφάλειας, αλλά όχι για παρενοχλήσεις από την Αδελφότητα, η οποία κάποιες φορές μας δίνει ένα χέρι βοηθείας. Κάνουμε το ίδιο κι εμείς. Αυτό κάνει τα πράγματα ευκολότερα». Ο Άμπντ Αλ Αζίζ Μουτζάχιντ, ακτιβιστής των Αδελφών Μουσουλμάνων και πρόεδρος της ΕΕΦ στο πανεπιστήμιο του Χιλουάν, μιλά ενθουσιαστικά για το «αδελφικό πνεύμα» στις σχολές. «Οι σοσιαλιστές παρενέβαιναν για να μας βοηθήσουν σε διαδηλώσεις αλληλεγγύης στις αδερφές μας που αποβάλλονταν από τις εστίες γιατί φορούσαν μπούρκα, και ήταν μαζί μας όταν η διοίκηση απέβαλε πάνω από 400 φοιτητές για λόγους Ασφαλείας. Αυτές οι κοινές δράσεις δεν ήταν πιο πριν συχνές».
Αλλαγή Γενεών
Η ραχοκοκαλιά των δράσεων αλληλεγγύης στην παλαιστινιακή Ιντιφάντα ήταν φοιτητές γύρω στα 20. Ως πολιτικά «αγνοί», δεν φέρουν το βάρος της ιστορικής αντιπαλότητας μεταξύ αριστερών και ισλαμιστών και μεταξύ φραξιών της Αριστεράς(4).
Στο μεταξύ, το προφίλ του μέσου νεολαίου Αδελφού Μουσουλμάνου έχει υποστεί το δικό του μετασχηματισμό, καθιστώντας ένα σημαντικό αριθμό της Νεολαίας των Αδελφών Μουσουλμάνων ανοιχτό στο συντονισμό με κοσμικές ομάδες. «Το στελεχιακό δυναμικό της Αδελφότητας έχει αλλάξει», λέει ο Χίσαμ Ταμμάμ, συγγραφέας ενός πρόσφατου βιβλίου για την οργάνωση (5). «Έχουν κοινωνικά εξομοιωθεί. Δεν είναι απαραίτητα οι γιοι των φτωχών στρωμάτων και των φτωχοποιημένων». Η αποφασιστική κάθοδος της Αδελφότητας στις εκλογικές πολιτικές «ήρθε σε βάρος της ταυτότητάς της, αναγκάζοντάς την να είναι πιο πραγματιστική», προσθέτει ο Ταμμάμ.
«Οπότε, ξεχάστε το Ισλαμικό κράτος, το Χαλιφάτο, κλπ. Όσο πιο πολύ οι Αδελφοί εμπλέκονται με την πολιτική αρένα, τόσο πιο πολύ ενσωματώνονται, και τόσο πιο πολύ προσπαθούν να δρουν σύμφωνα με τους κανόνες της αρένας». Ο Ταμμάμ συνεχίζει: «Οι Αδελφοί έχουν αλλάξει αναφορικά με την τέχνη, την κοινωνία και την κοσμοαντίληψη. Μπορείς να το δεις καλά στη Νεολαία τους. Η νεολαία τους ψήφισε τον [υποψήφιο του Γαντ] Αϊμάν Νουρ. Αυτό δεν ήταν μια κεντρική εντολή της ηγεσίας. Όταν η νεολαία μένει χωρίς εντολές, δεν ακολουθεί απαραίτητα την παραδοσιακή γραμμή της ομάδας. Κατ’ εμέ, το τελευταίο χαρακτηριστικό γεγονός, πριν βγουν στους δρόμους, ήταν μια εκδήλωση που οργάνωσαν οι φοιτητές της Αδελφότητας που ονόμασαν η Ημέρα του Μωάμεθ, που έγινε την Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου. Η νεολαία τους σκεφτόταν «Πώς μπορούμε να αγαπούμε, αλλά με έναν «καλό» τρόπο;». Αν συγκρίνουμε αυτό με τη συμπεριφορά της Ισλαμιστικής Νεολαίας το 1985, είναι εντελώς διαφορετικά. Τότε το μόνο που μπορούσαν να σκέφτονται είναι πώς θα εγκαθιδρύσουν το ισλαμικό κράτος και θα αναβιώσουν το χαλιφάτο. Θα θεωρούσαν την ημέρα του Αγ. Βαλεντίνου ως μια σπατάλη χρόνου. Η νεολαία σήμερα, ωστόσο, δεν έχει τέτοια επιθετική στάση».
Τις παρατηρήσεις του Ταμμάμ αναπαράγουν και οι αριστεροί, οι οποίοι μοιράστηκαν τα ίδια κελιά με τους νεολαίους των Αδελφών Μουσουλμάνων κατά την καταστολή του φθινοπώρου του 2006 του κινήματος αλληλεγγύης στους αιγύπτιους δικαστές που αποκάλυψαν τη νοθεία και τον εκφοβισμό των ψηφοφόρων στις εκλογές του 2005. Καταθέτοντας την εμπειρία του από τη συμβίωση στο ίδιο κελί με Αδελφούς Μουσουλμάνους, ο ανεξάρτητος αριστερός Άλι Α’Σάιφ έγραφε «Υπάρχουν σε αυτή τη νέα φουρνιά Ισλαμιστών άνθρωποι που διαβάζουν μπλογκ, βλέπουν Αλ Τζαζίρα, τραγουδάνε λαϊκά τραγούδια, μιλάνε για ιστορίες παθιασμένη αγάπης και φωνάζουν «κάτω ο Μουμπάρακ». Και όντας νέοι, οι περισσότεροι εξ αυτών δεν είχαν καμιά εμπειρία στο παρελθόν από φυλακές. Περιμένοντας να μάθουμε αν θα βεισπράξουνβ 15 ή 45 μέρες κράτησης ως αρχάριοι, περιμένοντας να μάθουμε αν θα σταλούν στη μια ή την άλλη απλά τρομακτική φυλακή ή στη μια ή την άλλη εξαιρετικά τρομακτική φυλακή, μαθαίνουμε την είδηση ότι απελευθερωνόμουν την επόμενη ημέρα».
Και με την είδηση της απελευθέρωσής του, «εντελώς ξαφνικά, μετατρέπονταν από απλώς Αδελφοί σε συντρόφους! Με αγκάλιαζαν, χειροκρόταγαν, μου έδιναν το χέρι, χαμογελούσαν και ήταν πραγματικά ευτυχισμένοι με την απελευθέρωσή μου…Όταν μιλάς για τους 22 που απελευθερώθηκαν αυτή τη βδομάδα, μη λες 22 από τους 30 απελευθερώθηκαν, αλλά 22 από τους 600…που αντιμετωπίζουν τις ίδιες κατηγορίες και που πολεμούν τους ίδιους τυράννους». Η επίσημη ιστοσελίδα των Αδελφών Μουσουλμάνων προσκάλεσε τον Άλι Α’Σάιφ να γράψει ένα μήνυμα για τη Νεολαία της Αδελφότητας. Στις 24 Ιούλη, τους έγραψε, καλώντας τους να είναι «πιο τολμηροί» και υπερασπιζόμενος μια πιο μαχητική δράση στους δρόμους.
Σήμερα, η πλειοψηφία των ομάδων της αριστεράς ακόμα αντιτίθεται ή εκφράζει επιφυλάξεις για την κοινή δράση με τους Ισλαμιστές, κυρίως η νεοανερχόμενη Δημοκρατική Αριστερά (μια ρεφορμιστική τάση που κινείται γύρω από το περιοδικό Αλ Μπούσλα), το Αιγυπτιακό Κομμουνιστικό Κόμμα, το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και μια ομάδα από την κοινότητα των οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αλλά οι Αδελφοί και εκείνοι οι σύντροφοι που θα εργαστούν μαζί τους παραμένουν δεσμευμένοι στην οικοδόμηση ενός κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Η ηγεσία των Αδελφών Μουσουλμάνων είναι σταθερά υπέρ των σταδιακών αλλαγών, πάντοτε κοιτώντας για περισσότερους συμβιβασμούς με το Αιγυπτιακό καθεστώς. Αυτή η στάση ίσως εμποδίσει την παραπέρα προσέγγιση με τη ριζοσπαστική αριστερά, εκτός κι αν η βάση της νεολαίας της Αδελφότητας αποκτήσει έναν πιο βαρύνοντα λόγο για το πότε, και πώς η ισχυρή τους οργάνωση θα κινηθεί αυτόνομα.
Σημειώσεις
1. Οι αριστεροί ιστορικοί χωρίζουν την ιστορία του αιγυπτιακού κομμουνισμού σε «κύματα». Το πρώτο κύμα άρχισε το 1919 με την ίδρυση του Αιγυπτιακού Σοσιαλιστικού Κόμματος, που αργότερα έγινε το Αιγυπτιακό Κομμουνιστικό Κόμμα, που καταστράφηκε από την καταστολή της κυβέρνησης του Ουάφντ το 1924. Το δεύτερο κύμα άρχισε στα τέλη της δεκαετίας του ’30, με το σχηματισμό κομμουνιστικών ομάδων μελέτης που εξελίχτηκαν σε διάφορες οργανώσεις και φράξιες, με μικρές περιόδους ενότητας: τελείωσε με τη διάλυση του Αιγυπτιακού Κομμουνιστικού Κόμματος το 1965. Το τρίτο κύμα άρχισε το 1968 με την αναβίωση των φοιτητικών και εργατικών κινημάτων που υπέστησαν συντριπτική ήττα το 1977 και επίσημα έσβησε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991. Το (τρέχον) τέταρτο κύμα άρχισε το 1995, με την ίδρυση της Τάσης των Επαναστατών Σοσιαλιστών.
2.Το σύνθημα επινόησε ο Κρις Κάρμαν ένας θεωρητικός της Διεθνούς Σοσιαλιστικής Τάσης με έδρα τη Βρετανία,στο βιβλίο του, Ο Προφήτης και το Προλεταριάτο, που βρίσκεται στο διαδίκτυο στο http://www.marxists.de/religion/harman/index.htm. Το βιβλίο μεταφράστηκε στα αραβικά, και διανεμήθηκε ευρέως από τους Επαναστάτες Σοσιαλιστές το 1997.
3.Βλ. Χούσαμ Αλ Χαμαλάουι «Οι πολιτικές του δρόμου», Κάιρο Τάιμς, 26 Σεπτέμβρη 2002 και Χούσαμ Αλ Χαμαλάουι «Μεταπολεμική Μέση Ανατολή», IslamOnline, 30 Aπρίλη 2003.
4.Αλ Χαμαλάουι «Οι πολιτικές του δρόμου».
5. Χούσαμ Ταμμάμ «Οι προσπάθειες των Αδελφών Μουσουλμάνων» (αραβικά, Κάιρο, Μαντμπούλι,2005).
αναδημοσίευση από το athens.indymedia.