Όταν το 1997 στο Βορά και το Νότο της Αργεντινής γεννήθηκαν οι πρώτες κινήσεις πικετέρο (piquetero), και κάποιοι από την παγκοσμιοποιημένη και διανοητικοποιημένη μητρόπολη ξυπνήσαμε με την είδηση ότι μια νέα επαναστατική μορφή πολιτικής διαμαρτυρίας και λαϊκής έκφρασης αναδύεται, εκείνα τα κεφάλια των πικετέρος με τις κουκούλες έφεραν αναπόφευκτα στο μυαλό μας τους Ζαπατίστας.
Είχαμε διαβάσει τα κείμενα του υποδιοικητή Μάρκος, τις συνεντεύξεις του με τον Μονταλμπάν, το βιβλίο του Ζιμπέκι, κάποιοι σύντροφοι είχαν ήδη ταξιδέψει εκεί. Όμως, ενώ όλα φαίνονταν από το διαδίκτυο πολύ μακρινά, κάποια φήμη είχε κάνει την καρδιά μας να χτυπά πιο γρήγορα. Υπήρχε ένας άλλος τρόπος να κάνουμε πράγματα, μια άλλη λογική, και μια εικόνα εξαπλωνόταν σε όλη την ήπειρο, αντικαθιστώντας ενστικτωδώς σε πολλά δωμάτια και πολιτιστικά κέντρα τη διάσημη φωτογραφία του Τσε. Αυτό δεν ήταν κομμουνισμός, δεν ήταν κατάληψη της κρατικής εξουσίας, δεν κατέληξε όπως ένας ανταρτοπόλεμος. Ως κύριο πρωταγωνιστή είχε τους ιθαγενείς οι οποίοι την ίδια στιγμή άνοιξαν ένα παράθυρο επικοινωνίας με τον έξω κόσμο – με μας, τους γκρίνγκος, απελπιστικά πληγμένους από ένα αιματηρό παγκοσμιοποιημένο παρόν και από το σύνολο των επιπτώσεων και των συνεπειών του.
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο εδώ