Η γη που πληγώναμε

Λίγα λόγια για την περιοχή και τον υδροφόρο ορίζοντα στην Εύβοια

Η κεντρική Εύβοια περιλαμβάνει τους δήμους Χαλκιδαίων, Μεσσαπίων, Ν. Αρτάκης, Ληλαντίων και Διρφύων, ο πληθυσμός των οποίων φτάνει συνολικά τους 130.000 κατοίκους. Όλη αυτή η περιοχή καλύπτετε από ενιαίος υπόγειος υδροφόρος ορίζοντας (κωδικός αριθμός 07-24). αξιοποιείται για ύδρευση, άρδευση και άλλες χρήσεις και ως εκ τούτου υπάρχουν πάρα πολλές δημοτικές, γεωργικές και ιδιωτικές γεωτρήσεις και πηγάδια.

Η όλη περιοχή, λόγω των υψομετρικών της διαμορφώσεων, έχει δυο φυσικές απορροές επιφανειακών υδάτων, μία προς τον Ευβοϊκό Κόλπο και μία προς το Αιγαίο Πέλαγος. Οι ποταμοί Μεσσάπιος και Λήλας, καθώς και αρκετοί μικρότεροι χείμαρροι, διαρρέουν την Κεντρική Εύβοια και καταλήγουν, με μεγάλη κλίση και ύστερα από διαδρομή λίγων χιλιομέτρων, στο Βόρειο και Νότιο Ευβοϊκό κόλπο.

Η Κεντρική Εύβοια δέχεται πολύ υψηλά ποσά βροχοπτώσεων και θεωρείται μια πλουσιότατη υδατική περιοχή. Kατά τις μελέτες, όμως, του Υπουργείου Ανάπτυξης, η περιοχή παρουσιάζει ένα ιδιόμορφο υδρολογικό χαρακτηριστικό. Διότι, παρά τις μεγάλες κλίσεις των χειμάρρων και την μικρή απόσταση από την θάλασσα, οι απορροές βρόχινου νερού στη θάλασσα είναι πολύ μικρές και φτάνουν μόλις στο 9,6%, ενώ στον υδροφόρο κατεισδύει το 30% των βρόχινων υδάτων.

Η τοπική αυτή ιδιομορφία θα μπορούσε να δικαιολογηθεί μόνον αν δεχθούμε ότι υπάρχουν κάποια εμπόδια-φράγματα στους χείμαρρους και τα υδρορέματα, ώστε να προκαλούν λίμνασμα των βρόχινων υδάτων, με συνέπεια την τόσο αυξημένη κατείσδυση στον υδροφόρο ορίζοντα. Αλλά οι μελέτες πουθενά δεν αναφέρονται σε ένα τέτοιο δεδομένο.

 

Η μεταλλευτική δραστηριότητα της Λάρκο

Η μεταλλευτική δραστηριότητα της Λάρκο στην κεντρική Εύβοια ξεκινάει από το 1969 συνεχίζεται μέχρι της μέρες μας. Πρόκειται για επιφανειακά ανοικτά ορυχεία εξόρυξης σιδηρονικελίου τα οποία  λειτουργούν στην περιοχή του Δήμου Μεσσαπίων.
Από τη λειτουργία της ΛΑΡΚΟ έχουν δημιουργηθεί πολλαπλά ανοιχτά ορύγματα (κρατήρες) πολύ μεγάλου βάθους(300-400 μ.), χωρίς μέχρι σήμερα να έχει γίνει αποκατάσταση του περιβάλλοντος. Οι δραστηριότητες της ΛΑΡΚΟ εκτίνονται σε μια έκταση 4000 στρεμμάτων του Δήμου Μεσσαπίων, από τον Νέο και Παλαιό Παγώντα ως τις Άκρες, τον Σταυρό, το Κοντοδεσπότι, την Αγία Σοφία, την Πλατάνα, την Άτταλη, τη Μονή Μακρυμάλλης και την Τριάδα.

Σε αυτές τις εγκαταστάσεις σωρεύονται τεράστιες ποσότητες γαιωδών υλικών τα οποία αναφέρονται ως υλικά αποκάλυψης μεταλλεύματος, δηλαδή πρόκειται για ειδικά στερεά απόβλητα, που κανονικά έπρεπε να αποτίθενται με αδειοδοτημένο ασφαλή τρόπο.

Τα υλικά αυτά, όμως, απορρίπτονται αυθαίρετα, ασχεδίαστα και άναρχα και σχηματίζουν βουνά που φράσσουν τα υδρορρέματα και τα νερά των βροχοπτώσεων, τα οποία μη έχοντας διέξοδο, λιμνάζουν στους κρατήρες των ορυχείων ρυπαίνοντας τον υδροφόρο ορίζοντα με τα διαλυμένα άλατα όλων των βαρέων μετάλλων που περιέχουν.

Στους κρατήρες με τα μικτά θειούχα μεταλλεύματα (σιδηροπυρίτης, σκληρά πετρώματα) εισρέουν τα ύδατα και δημιουργείται το φαινόμενο της «όξινης απορροής». Το «κοκτέιλ» νερού και βαρέων θειούχων μετάλλων με τη βοήθεια του ατμοσφαιρικού οξυγόνου προκαλεί διάβρωση, που κατεισδύει αργά στον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται στη διεθνή βιβλιογραφία τοξική ρύπανση.

Στα νερά της Μεσσαπίας, ανιχνεύονται χρώμιο, νικέλιο και ψευδάργυρος ενώ αν συστηματικοποιηθούν οι δειγματοληψίες υπόγειων υδάτων, θα ανιχνευθούν μετρήσιμες ποσότητες μόλυβδου και υδράργυρου.

Στο επόμενο στάδιο, η εταιρεία ΛΑΡΚΟ μεταφέρει το μετάλλευμα στους σπαστήρες, που βρίσκονται στην περιοχή του Τ.Δ. Σταυρού, απ’ όπου ξεκινάει και ο ιμάντας μεταφοράς του τριμμένου μεταλλεύματος στη θέση Βρυσάκια στις ακτές του Ευβοϊκού κόλπου. Τόσο κατά το σπάσιμο όσο και κατά τη μεταφορά του μεταλλεύματος γίνεται εκτεταμένη αέρια ρύπανση με αναπνεόμενη επικίνδυνη σκόνη. Εκτός αυτού, η περιοχή του Σταυρού ρυπαίνεται συστηματικά και από τα καμένα ορυκτέλαια που προέρχονται από τη συντήρηση των βαρέων οχημάτων της εταιρείας.
Ακολούθως, στη θέση Βρυσάκια, πριν το φόρτωσή του, συγκεντρώνεται το μετάλλευμα και γίνεται υδρομεταλλουργικός εμπλουτισμός του με χρήση αραιών διαλυμάτων θειϊκού οξέος. Τα υγρά απόβλητα του εμπλουτισμού είναι όξινα και πλούσια σε διαλυμένα άλατα βαρέων μετάλλων, επειδή περιέχει και θειούχα άλατα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται όξινο περιβάλλον και να ρυπαίνεται ο υδροφόρος ορίζοντας με βαρέα μέταλλα.
Ύστερα από τον εμπλουτισμό και το στέγνωμα, γίνεται η φόρτωση του μεταλλεύματος σε πλοία, χωρίς τη λήψη των απαραίτητων μέτρων προστασίας κατά της ρύπανσης της θάλασσας, και μεταφέρεται στο εργοστάσιο της Λάρυμνας, όπου γίνεται πυρομεταλλουργική επεξεργασία για την εξαγωγή προϊόντος σιδηρονικελίου (με ποσοστό νικελίου 19-29 %). Στη μονάδα της Λάρυμνας μεταφέρονται 1.100.000 τόνοι εμπλουτισμένου μεταλλεύματος ετησίως και, μετά την επεξεργασία του, η “σκουριά” αποτίθεται στη θάλασσα του Βόρειου Ευβοϊκού, με όλες τις γνωστές καταστροφικές συνέπειες για το οικοσύστημα.  Σύμφωνα με έρευνες του Κέντρου Θαλλάσιων ερευνών ο βυθός του Ευβοϊκού κόλπου επιβαρύνεται από την σκουριά που έχουν τα απόβλητα της ΛΑΡΚΟ, η οποία περιλαμβάνει μέταλλα όπως το νικέλιο, το χρώμιο, το κάδμιο, τον υδράργυρο. Οι αναλύσεις που έχουν γίνει σε αλιεύματα δείχνουν ότι η περιεκτικότητα τους σε βαρέα μέταλλα είναι τόσο υψηλή που η συνεχής και η μακροχρόνια κατανάλωση τους εγκυμονεί κινδύνους για την δημόσια κατανάλωση.

Χαρακτηριστικά να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας από τα 2 εκατομμύρια τόνους σκουριάς που παράγονται κατά έτος από τη ΛΑΡΚΟ το 1 εκατομμύριο ρίχνεται στο βόρειο Ευβοϊκό κόλπο ενώ το υπόλοιπο πωλείτε στις τσιμεντοβιομηχανίες.

Από το 1997 ως το 2002 το υπουργείο Ανάπτυξης γνωστοποιούσε τα στοιχεία της υδρογεωλογικής μελέτης τα οποία δείχνανε την μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα από την χρήση φυτοφαρμάκων, αλλά και από την λειτουργία κτηνοτροφικών και πτηνοτροφικών μονάδων  που είναι εγκατεστημένες κυρίως μεταξύ των ποταμών Λήλαντα και Μεσσάπιου  με ολικό άζωτο και ολικό φώσφορο.  Ο οι μονάδες αυτές ευθύνονται για τη μόλυνση των υδάτων  τόσο λόγω των λυμάτων τους όσο και λόγω της απόθεσης μεγάλων ποσοτήτων χημικών ουσιών, όπως ολικού και οργανικού άνθρακα (αντιβιοτικά, φάρμακα και COD)

Την άνοιξη του 2009 με πρωτοβουλία των περιβαλλοντικών συλλόγων της περιοχής, ανιχνεύτηκε εκτεταμένη χημική ρύπανση στα νερά ύδρευσης και άρδευσης. Κάτω από την πίεση των ευρημάτων,, η Νομαρχία Εύβοιας και ο Δήμος Μεσσαπίων υποχρεώθηκαν να αναθέσουν στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Ι.Γ.Μ.Ε. αντίστοιχα την εξέταση δειγμάτων νερού από διάφορες θέσεις της περιοχής, όπου ανιχνεύτηκαν τοξικά βαρέα μέταλλα και συγκεκριμένα χρώμιο, εξασθενές χρώμιο, νικέλιο, ψευδάργυρος κλπ.

Σε αυτές τις  μετρήσεις ανιχνεύθηκε   εξασθενές χρώμιο μέχρι και 128 μg/l βρέθηκε σε γεώτρηση στην Καστέλα και περισσότερο από 60 μg/l στο δίκτυο της ΔΕΥΑΜ, όταν το όριο ασφαλείας σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας είναι 0. Συγκεντρώσεις νικελίου που ξεπερνούν τα 30 μg/l, με όριο ασφαλείας τα 20 μg/l. Μάλιστα πρόσφατες αναλύσεις του ΙΓΜΕ ανίχνευσαν εξασθενές χρώμιο 11 μg/l σε δείγμα από το δίκτυο ύδρευσης Πολιτικών, που μέχρι πρότινος ήταν «καθαρό».

Εκτός όμως από τις μεταλλευτικές δραστηριότητες τις ΛΑΡΚΟ που αποτελούν την κύρια πηγή της χημικής ρύπανσης, υπάρχουν στην περιοχή  της Αρτάκης  βιομηχανίες οι οποίες παίρνουν λαθραία τοξικά απόβλητα από την περιοχή των Οινοφύτων για επεξεργασία. Στην πραγματικότητα από τους 1000 τόνους που παίρνουν επεξεργάζονται τους 50 και τους άλλους 950 τους αποθέτουν μέσα στο δάσος σε μεγάλα σακιά (big bag) ή τα πετάνε μέσα στους κρατήρες που έχει δημιουργήσει η ΛΑΡΚΟ. Όπως έχει πολλές φορές καταγγελθεί η αυθαιρεσία αυτών των βιομηχανιών στηρίζεται στην κάλυψη που τους παρέχουν οι πολιτικοί προϊστάμενοι της τοπικής αυτοδιοίκησης που ακυρώνουν  στην πράξη κάθε υπηρεσιακό έλεγχο. Στα γύρω χωριά εδώ και τέσσερα τουλάχιστον χρόνια είναι διάχυτη η φήμη ότι βυτία και φορτηγά με τοξικά απόβλητα από εταιρείες επεξεργασίας μετάλλου στη Βοιωτία έρχονται βράδυ σε εγκαταλειμμένα νταμάρια της ΛΑΡΚΟ ή μέσα στο δάσος και «αδειάζουν».

Τα λεφτά είναι πολλά, είναι χαρακτηριστικό ότι οι τιμές για τη μίσθωση ενός τέτοιου οχήματος κυμαίνονται από 8 έως 10 χιλιάδες ευρώ, τη στιγμή που για να σταλούν τα φορτία στη Γερμανία, όπου αδρανοποιούνται, χρειάζονται 30 χιλιάδες.  Σε δείγμα χώματος που ελήφθη από εγκαταλειμμένο νταμάρι και αναλύθηκε απ’ το Πανεπιστήμιο Αθηνών ανιχνεύθηκε ολικό χρώμιο μέχρι 840.000 μg/kg και εξασθενές 1.700 μg/kg.

Φυσικά δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται λόγος για την μόλυνση από τις δραστηριότητες της ΛΑΡΚΟ, πχ τον Δεκέμβρη του 2007 ο Δήμος Κηρέως κατάγγελλε ότι προκλήθηκε εκτεταμένη ρύπανση του ποταμού Κηρέα από κόκκινη ύλη προερχόμενη από το εργοτάξιο της ΛΑΡΚΟ

Το φοβερό είναι ότι τα υδρευτικά έργα υδρομάστευσης  πηγών και ανόρυξης νέων γεωτρήσεων  στον ήδη ρυπασμένο και μολυσμένο υδροφόρο ορίζοντα  έχουν ενταχθεί στο ΕΣΠΑ χωρίς να πάρουν υπόψη τους τις έρευνες που έγιναν από τον Αύγουστο του 2007 έως τον Αύγουστο του 2008 από τις υπηρεσίες Ελεγκτών του ΥΠΕΧΩΔΕ  και οι όποιες τεκμηρίωναν την απελπιστική κατάσταση του υδροφόρου ορίζοντα, που τον οδηγεί πλέον σε πλήρη αχρήστευση.   Όπως χαρακτηριστικά είπε και ο καθηγητής Χημείας και τροφίμων  Ζαμπετάκης  «είναι να σα ρουφάμε νερό με καινούργιο καλαμάκι από βρώμικο μπουκάλι»

Πηγές

1)    «ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΤΟΞΙΚΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΚΑΙ ΜΟΛΥΝΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΜΕΣΣΑΠΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΥΒΟΙΑΣ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ»

Άρθρο του Αθανάσιου Παντελόγλου, Χημικού, Mcs Βιοχημικού Μηχανικού Ι.Τ.Α.Π. στο ecocrete 28-9-2009

2)     «Στην Εύβοια κρύβεται ένα τοξικό μυστικό» ρεπορτάζ Νάντια Βασιλιάδου στην ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΥΠΙΑ 20-9-2009

This entry was posted in 2. Διαβάσαμε. Bookmark the permalink.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *