… Έτσι είν΄ όμως; Κι αυτός ο διχασμός που με κόβει στα δυο; Σχιζοφρένεια. Από τη μια τ΄ ανατριχιαστικά γεγονότα της εποχής – δικτατορία, συλλήψεις, όργιο και φασισμός – κι από την άλλη οι επιπτώσεις του απροκάλυπτου κακού στο χαρακτήρα μας – στο δικό μου κυρίως – η φοβία, οι νευρώσεις, η ηττοπάθεια κι ο μηδενισμός. Το ένα μου ζητάει να παρατήσω τα χαρτιά και τα μολύβια και ν΄ αρπάξω ό,τι βρεθεί στο χέρι μου, τ΄ άλλο με παρασέρνει σε αβύσσους αυτοεγκατάλειψης, σάμπως να πρέπει να τιμωρηθώ για το δισταγμό μου να πάρω μιαν απόφαση. Το ένα με ξεπερνάει σαν δυναμική ζωής, τ΄ άλλο μου θυμίζει την ακατάπαυτη μεταμόρφωση σχημάτων και εννοιών. Το ένα με σπρώχνει ν΄ αρπάξω το φραγγέλιο, τ΄ άλλο μου αναστέλλει την κίνηση, μια αέναη μετατόπιση απ΄ το ένα στο άλλο, απ΄ τη λαχτάρα για δράση, στην περίσκεψη, απ΄ τον πυρετικό οραματισμό, στην αίσθηση του μάταιου, από το θάρρος να κάνω ακόμα και σφάλματα, στο σκυθρωπό ζύγιασμα των πιθανοτήτων κι απ΄ την ψυχρή κριτική στην αλόγιστη συναισθηματική σπατάλη. Με ποιον να τα μοιραστώ όλ΄ αυτά; Το ζήτημα είναι να ξέρεις ν΄ αρχίζεις τη ζωή σου απ΄ την αρχή, κάθε λεπτό, μαζί με τους άλλους, να μοιράζεσαι μαζί τους την ανάσα σου και την ελιά που θα κρύβεις στο ντορβά σου για την ώρα της έσχατης ανυπακοής. Δεν ξέρω πια τι είν΄ εκείνο που ζητάμε. Η δημοκρατία τάχα, ή, το λιγότερο, η αποκατάστασή της; Υποψιάζομαι ότι κανείς δεν πιστεύει πια σε μια δημοκρατία που μηχανεύεται τυράννους…
Διαβάστε ολόκληρο το απόσπασμα εδώ
Για να διαβάσετε και άλλα πεζά και ποιήματα για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, πατήστε εδώ