Συμπυκνώνοντας την 18χρονη πορεία, και προσπαθώντας να αποτιμήσουμε το πολιτικό στίγμα του Αυτόνομου Στεκιού, δεν θα μπορούσαμε να συντάξουμε απλώς μια, έστω και εκτενή, λίστα με τις πολιτικές αξίες και τα προτάγματα του Στεκιού, καθώς η ίδια η συλλογικότητα έχει αλλάξει αρκετά μέσα στα χρόνια. Πέρα από αυτήν τη δυναμική διαδικασία που προσπαθήσαμε να περιγράψουμε παραπάνω, αποτυπώνοντας τη διαρκή κίνηση του Αυτόνομου σε άμεση σύνδεση με το ευρύτερο περιβάλλον του, θα προσπαθήσουμε στο σημείο αυτό να παραθέσουμε κάποια βασικά πολιτικά χαρακτηριστικά της συλλογικότητας που πιστεύουμε ότι είτε την ακολουθούσαν σε όλη της την πορεία, είτε κατέληξαν να είναι ουσιώδη της πολιτικής της φυσιογνωμίας.
Το Αυτόνομο Στέκι ποτέ δεν αποτέλεσε μια συλλογικότητα ιδεολογικά ομογενοποιημένη, αυτό όμως δεν το εμπόδισε να έχει θεωρητικές αναφορές, πολιτική ανάλυση και στόχευση αλλά και πλαίσιο αρχών, μέχρι και πρόταγμα. Ανέκαθεν το Αυτόνομο Στέκι απέφευγε την καθαρότητα και προσπαθούσε να συνδέσει το «κόκκινο» και το «μαύρο» δημιουργώντας έναν χώρο όπου θα συνδιαλέγονταν διαφορετικές τάσεις του κινήματος. Εντοπιζόταν, με διακυμάνσεις, στον Ελευθεριακό – Αντιεξουσιαστικό χώρο, χωρίς ποτέ να ταυτιστεί απόλυτα. Βασικός συνεκτικός ιστός δεν ήταν μια συγκεκριμένη ιδεολογία ταυτοτικού τύπου, αλλά η συμμετοχή σε κοινούς κοινωνικούς αγώνες και η ύπαρξη κοινών προβληματισμών και αντιλήψεων για το ίδιο το πολιτικό πράττειν. Η πολυσημαντότητα των θεωρητικών του αναφορών -μεταξύ των οποίων ο Συμβουλιακός Κομμουνισμός, ο Επαναστατικός Συνδικαλισμός, ο Αυτόνομος Μαρξισμός, ο Κοινωνικός Αναρχισμός, η Ελευθεριακή Κοινωνική Οικολογία, ο Αντικαπιταλιστικός Φεμινισμός- βοηθούσε στο να μην ιδεολογικοποιούνται και να μην μετατρέπονται οι θεωρητικές αναφορές σε αλήθειες και δόγματα. Από την άλλη όμως, επειδή έβαζε πιο πολλά ερωτήματα από τις απαντήσεις που μπορούσε να δώσει, δεν είχε την ικανότητα να συγκροτήσει ένα σφικτό ιδεολογικό πλαίσιο, ένα φαντασιακό, βάσει του οποίου αποκτούν συνεκτικότητα οι περισσότερες πολιτικές ομάδες. Παρήγαγε πολιτικές αναλύσεις τις οποίες όμως δεν μπορούσε να τις θέσει σ’ εφαρμογή σε ευρύτερα πλαίσια αφού πάντα δυσκολευόταν να βρει συγγενικούς πολιτικούς χώρους και να χτίσει συμμαχίες. Σκιαγραφούσε ένα αμυδρό πολιτικό πρόταγμα, χωρίς να έχει την ικανότητα να το μετατρέψει σε όχημα προς έναν μάχιμο πολιτικό ορίζοντα. Στην ιδιόμορφη σχέση του Αυτόνομου με το «χώρο» συνετέλεσε και η απόφασή του να ανοίξει μέτωπο στον φετιχισμό της βίας και στην αντίληψη που θέλει να εισάγει την αποδοχή των «παράπλευρων απωλειών» από ενέργειες που γίνονται στο όνομα του Αναρχισμού και του Αντικαπιταλιστικού αγώνα.
(……………………………………………………………………………………………………………………………….)
Κλείνοντας, δυο τρεις γενικότερες παρατηρήσεις γύρω από τα χαρακτηριστικά εκείνα που κατά τη γνώμη μας υπήρξαν τόσο πηγή δύναμης όσο και παράγοντες ανασχετικοί της επιβίωσής μας ως πολιτική ομάδα:
Διαθέταμε σχεδόν σε όλη τη διαδρομή μας υπερευαίσθητους αισθητήρες τόσο σε ό, τι αφορά το κοινωνικό πεδίο όσο και απέναντι α. στο κεντρικό πολιτικό και β. στις κινηματικές πρωτοβουλίες/διεργασίες. Αυτό συχνά μπέρδευε ή επανατοποθετούσε τις προτεραιότητες μας, άλλαζε την ατζέντα και άφηνε ημιτελείς συζητήσεις στο εσωτερικό μας, με άλλα λόγια μας εμπόδιζε στην παραγωγή αναλυτικών εργαλείων, αναχαίτιζε την πολιτική βούληση για εξωστρεφή δράση. Τα πράγματα δυσκόλευαν ακόμα περισσότερο από το διαρκή αναστοχασμό γύρω από τα συμπεράσματά μας και την αγωνία μας να μην αυθαιρετούμε ως προς τη διαχείριση του υλικού που αντλούσαμε από το πεδίο του κοινωνικού ανταγωνισμού, αλλά και να μην επαναπαυόμαστε στις όποιες μερικές «αλήθειες» καταλήγαμε με κοπιώδεις προσπάθειες και βασανιστικές συζητήσεις στο εσωτερικό μας. Αυτό όπως είναι αντιληπτό κούραζε και αποθάρρυνε πολλές από μας, μας απογοήτευε σε συλλογικό επίπεδο ως προς την αποτελεσματικότητα του τρόπου με τον οποίο κάνουμε πολιτική. Την ίδια στιγμή μοιάζει να αρνούμασταν να αναγνωρίσουμε στις όποιες σωστές κινήσεις, πετυχημένες παρεμβάσεις ή εύστοχες αναλύσεις, μας την πολυτέλεια να μας χαροποιούν, να μας ενθαρρύνουν. Στην συνομολογημένη βούληση να μην βγάλουμε ποτέ οποιαδήποτε υπεραξία από τη δράση μας, ξεχάσαμε να χαιρόμαστε για την ίδια τη δράση ή να της δίνουμε τη θέση που της αναλογούσε όταν κάναμε την αυτοκριτική μας.
Η αντικειμενική και υποκειμενική αδυναμία συμμαχιών (που συντονιζόταν πάντα με την γενικότερη συνθήκη που επικρατούσε στο ριζοσπαστικό αντικαπιταλιστικό χώρο), η δεσμευτική εμπλοκή μας αλλά και η αποχώρηση με πολιτικούς όρους από δικτυώσεις στις οποίες είχαμε επιλέξει να συμμετάσχουμε -μιας και ποτέ δεν είχαμε την αυταρέσκεια της παντοδυναμίας και της απόλυτης αλήθειας- επέδρασαν επίσης στην εσωτερική ζωή της ομάδας και είχαν τις αντανακλάσεις τους ακόμα και στους μεταξύ μας συντροφικούς δεσμούς, αποκαλύπτοντας ωστόσο -έστω με τρόπο άχαρο και κάποιες φορές αντιπαραγωγικό- βαθύτερες πολιτικές διαφωνίες ως προς το τι σημαίνει να κάνεις πολιτική. Κι αυτό φυσικά δοκίμαζε πάντα τη συνοχή μας. Οι κραδασμοί μπορεί ευκαιριακά να απορροφούνταν αλλά στο τέλος άνοιγαν οι ρωγμές…
Εντοπίσαμε πολύ νωρίς τις αντιφάσεις στις οποίες υποκείμαστε ως άνθρωποι μεγαλωμένες στο περιβάλλον που επικαθορίζει η καπιταλιστική συνθήκη. Η αλήθεια είναι ότι δεν λειτουργήσαμε ενοχικά απέναντι σ΄ αυτές, στις καλύτερες στιγμές μας η κατανόηση και η ανάλυση αυτών των αντιφάσεων αποτέλεσε σπουδαίο όχημα πολιτικής δράσης και ήθους. Στο τέλος όμως φάνηκε ότι η διαχείρισή τους δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα: υπήρξαν κρίσιμα ζητήματα που αφορούσαν το βαθμό εμπλοκής μας στη συνέλευση και στη λειτουργία μας στο χώρο, στις δεσμεύσεις που ως συλλογικότητα αναλαμβάναμε, στις απαιτήσεις που θέταμε ή δεν θέταμε στις εαυτές μας, στην αναζήτηση απαντήσεων αλλά και στην άρνησή μας να υποταχτούμε σε εύκολες λύσεις που δεν ήταν προϊόν συλλογικοποίησης των ερωτημάτων μας. Στις περιπτώσεις αυτές φαίνεται ότι δεν καταφέραμε να αφοπλίσουμε τις αντιφάσεις ως διαλυτικά στοιχεία και να ισορροπήσουμε ανάμεσα στην παραδοχή και στην αναγκαιότητα έστω μερικής υπέρβασής τους.
Τα μέλη της αυτοδιαλυθείσας συλλογικότητας Αυτόνομο Στέκι,
Αθήνα Ιούνης του 2016
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο της αυτοδιάλυσης της συλλογικότητας του Αυτόνομου Στεκιού.